Ο Μιχαήλ Μητσάκης υπήρξε Έλληνας δημοσιογράφος και συγγραφέας, καθώς και ένας εκ των σημαντικότερων εκπροσώπων της Νέας Αθηναϊκής Σχολής. Στην Αθήνα συμμετέχει αρχικά στη σύνταξη της σατιρικού περιεχομένου εφημερίδας "Ασμοδαίος". Στη συνέχεια δημοσιεύει άρθρα σε όλες σχεδόν τις εφημερίδες της Αθήνας της εποχής του, καθώς και σε πολλά περιοδικά. Ενώ εκδίδει μόνος του δύο σατιρικές ευθυμογραφικές εφημερίδες, τις "Θόρυβος" και "Πρωτεύουσα".
Υπογράφει άλλοτε με το όνομά του, άλλοτε, χρησιμοποιώντας ψευδώνυμα (μεταξύ των οποίων τα: Καιροσκόπος, Κόθορνος, Πλανόδιος, Ιξίων, Κρακ), ενώ υπάρχουν πληροφορίες πως έγραψε και ανώνυμα άρθρα.
Υπήρξε επίσης διευθυντής του Ελληνικού Ημερολογίου του Π.Δ.Σακελλαρίου, ενώ συνίδρυσε το σατιρικό "Άστυ" μαζί με το Θέμο και Μπάμπη Άννινο.
Ανέλαβε επίσης αρκετές δημοσιογραφικές αποστολές, ταξιδεύοντας έτσι σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και αποτυπώνοντας τις ταξιδιωτικές του εμπειρίες. Παράλληλα με τη δημοσιογραφική του ενασχόληση, ο Μητσάκης παράγει και λογοτεχνικό έργο. Κινούμενος ανάμεσα στο διήγημα και το χρονογράφημα, δημοσιεύει αφηγήματα, κριτικά δοκίμια, επιγράμματα και ποιήματα και καθίσταται ένας από τους πρωτοπόρους του νατουραλισμού και θεμελιωτές της αστικής πεζογραφίας στην Ελληνική λογοτεχνική παραγωγή. Επηρεάζεται από τα ρεύματα του ρεαλισμού και του αισθητισμού, με τα οποία είχε έρθει σε επαφή από τη γνωριμία του με τη σύγχρονή του γαλλική λογοτεχνία.
Η δομή του έργου του υποχωρεί στην προσπάθεια του συγγραφέα του να απεικονίσει την αποξένωση και την αλλοτρίωση της ζωής στην πόλη, ο μύθος και η πλοκή δεν τον ενδιαφέρουν ιδιαίτερα, ενώ επιμένει στην λεπτομέρεια.
Η γλώσσα των έργων του είναι μεικτή. Χρησιμοποιεί ένα προσωπικό ιδίωμα διανθισμένο κυρίως με στοιχεία της καθαρεύουσας. Η ιδιαιτερότητά του αυτή οφείλεται στο παραδοξότητα πως παρόλο που υπήρξε υπέρμαχος της Δημοτικής στο γλωσσικό ζήτημα που ταλάνιζε την εποχή του, γεγονός που μαρτυρείται από διάφορες πηγές (το κριτικό άρθρο του για τον Γεράσιμο Μαρκορά (1890),την επιστολή του "Η δήθεν δημώδης γλώσσα" (1888), το άρθρο του "Το γλωσσικόν ζήτημα εν Ελλάδι· Μια φιλολογική σελίς εις δυο γλώσσας" (1892), γραμμένο δυο φορές, μια στην καθαρεύουσα ("Η θλίψις του μαρμάρου") και μια στη δημοτική ("Το παράπονο του μαρμάρου")), ο ίδιος υποχρεώθηκε στην δημοσιογραφική του ζωή να γράψει στην καθαρεύουσα η οποία ήταν ο επιβεβλημένος τρόπος γραφής στις εφημερίδες της εποχής του. Η γλωσσική αυτή ιδιαιτερότητα του λογοτεχνικού του έργου οδήγησε τον Κωστή Παλαμά να δώσει στον Μητσάκη τον χαρακτηρισμό "Κάλβος του πεζού λόγου". Ο Μιχαήλ Μητσάκης υπήρξε πέρα από πολυγραφότατος δημοσιογράφος και λογοτέχνης, ένας ιδιόρρυθμος χαρακτήρας με ανησυχίες που τάραξαν την ψυχική του γαλήνη. Η ιδιορρυθμία του χαρακτήρα του ήταν κι η αιτία της βραχύβιας παραμονής στις εφημερίδες με τις οποίες συνεργαζόταν.
Έτος | Τίτλος | Εκδοτικός Οίκος | Δέσιμο |
---|---|---|---|
Δεν βρέθηκαν έργα |
Έτος | Τίτλος | Εκδοτικός Οίκος | Δέσιμο |
---|---|---|---|
Δεν βρέθηκαν έργα |
Έτος | Τίτλος | Εκδοτικός Οίκος | Δέσιμο |
---|---|---|---|
Δεν βρέθηκαν έργα |
Έτος | Τίτλος | Ιδιότητα | Εκδοτικός Οίκος | Δέσιμο |
---|---|---|---|---|
Δεν βρέθηκαν έργα |