«Οι δύο ορφανές» είναι ένα πεντάπρακτο δράμα σε οκτώ εικόνες, το οποίο αποτελεί ένα συμπύκνωμα των σημαντικών θεμάτων του αποκαλούμενου «δακρύβρεχτου μυθιστορήματος» που ήταν η κυρίαρχη μορφή της γαλλικής λαϊκής λογοτεχνίας από τα τέλη του 19ου αιώνα: η μυστηριώδης προέλευση (δύο ορφανές προς αναζήτηση ταυτότητας), η αμαρτία και η εξιλέωση, το μελόδραμα (μια τυφλή που χάνεται μέσα στην πόλη), τα χαμερπή περιβάλλοντα, αλλά και η ιστορία περιπέτειας, όλα οργανώνονται από την ιδεολογία της εποχής, την πρωτοκαθεδρία της οικογένειας. Η φόρμα είναι εξίσου χαρακτηριστική: ένθετα επεισόδια, δευτερεύουσες ιστορίες, συμπτώσεις, εμπόδια και εμπλοκές, ανατροπές που αυξάνουν την περιέργεια του θεατή-αναγνώστη, παρακινώντας τον, εν τέλει, να επικεντρωθεί πλήρως στην κύρια ίντριγκα.
Οι συγγραφείς, Αντόλφ ντ’Εννερύ και Εζέν Κορμόν, ανέπτυξαν σε αυτό το έργο τους όλα τα μελοδραματικά στοιχεία για να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του θεατή-αναγνώστη, βασιζόμενοι σε ραδιουργίες παρεξηγήσεων και ανατροπές καταστάσεων, περιχαρακώσεις ιστοριών που τελικά συνενώνονται και εναρμονίζονται εν κατακλείδι με τη χριστιανική ηθική. Κυριαρχεί εδώ η πεμπτουσία του μελοδράματος: ένα τυφλό κορίτσι που θα ξανακερδίσει την όρασή του, δυο ορφανές κόντρα στις αντιξοότητες της Μοίρας, αντίθεση μεταξύ φτωχών και πλουσίων –προς όφελος των τελευταίων– και καταφυγή του τεχνάσματος της θρησκείας, για να θριαμβεύσει τελικά το Καλό.
Το δημοφιλέστερο και κατά κάποιον τρόπο το εμβληματικότερο αυτό έργο στο είδος του μελοδράματος εκδίδεται για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα ολόκληρο – δίχως περικοπές.