Από τη στιγμή που ανέτειλε το νέο έτος 2022, γυροφέρνουν στη σκέψη μου όσα παράπλευρα στις επετειακές εκδηλώσεις δημοσιοποιήθηκαν για τη Μικρασιατική εκστρατεία, το μέγεθος της Εθνικής Καταστροφής που ακολούθησε, και την προσφυγική τραγωδία η οποία ακόμη συζητιέται.
Η οικογένεια του παππού μου Σπύρου Δημ. Κωστούλα, αν και εγκατεστημένη από το 1885 περίπου στην Κωνσταντινούπολη, αποκατεστημένη και ευημερούσα, βρέθηκε χωρίς να το θέλει στο κύμα της προσφυγιάς και δοκίμασε τις συνέπειες αυτής της εξέλιξης.
Στο θέατρο της εκστρατείας και της δραματικής καταστροφής βρέθηκε και ο πατέρας μου Χρήστος Σπ. Κωστούλας, κάτοικος στο προάστειο της Κωνταντινούπολης, ο οποίος έφυγε από εκεί και κατατάχτηκε εθελοντής στον Ελληνικό στρατό, αν και Τούρκος υπήκοος, και μόνιμος κάτοικος στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης, στο προάστειο Καντηλή στην Ασιατική ακτή του Βόσπορου.
Έχοντας καταγράψει κάποιες λίγες αφηγήσεις από αυτή την περίοδο της ζωής των προγόνων μου και κάποια ενδιαφέροντα κειμήλια, αισθάνομαι συνεχώς μια αίσθηση χρέους να συνθέσω το χρονικό μιας πορείας τους, από το όνειρο στην προσφυγιά και να το συνδέσω με ένα νέο ξεκίνημα από την αρχή.
Η ιστορία της οικογένειας, ξεκινάει από το όραμα του ξενιτεμού, που κυριαρχούσε στα χωριά της καταγωγής μας, του Πωγωνίου, της Ηπείρου, και το όνειρο του καζαντίσματος, του πλουτισμού και της ευημερίας.
Ο Οδυσσέας, σαν μια πρώτη ιδεολογική έννοια που φώλιαζε στη ιστορική συνείδηση του κάθε παιδιού, από τη στιγμή που ωρίμαζε ο λογισμός στη σκέψη και έκτιζε τη δική του επιθυμία της μετανάστευσης προς τους τόπους που ευδοκιμούσε ο Ελληνισμός της διασποράς.
Αλλά ας ξεκινήσω αυτό το οδοιπορικό ακολουθώντας τα προγονικά αχνάρια, όσα ιχνηλατήθηκαν στα μολογήματά τους, στο παραγώνι του σπιτιού και μοιάζουν σαν ένας θρύλος ή ένα παραμύθι