Μια γυναίκα ταπεινής καταγωγής, σκλάβα στη ταβέρνα του σκληρού Σεκούνδου. Η Αμάρα κουβαλά στο κορμί της την φθορά μιας σκληρής ζωής μα στα μάτια της φωλιάζει μια σιωπηλή καθαρότητα, ένα φως που αρνείται να σβήσει. Η παρουσία της μαγνητίζει τον Άτταλο, ξυπνώντας μέσα του μια έλξη ανεξήγητη, μια ανάγκη που δεν μπορεί να αγνοήσει.
Η μοίρα υφαίνει αθόρυβα το δικό της νήμα, καθώς η ζωή ξεδιπλώνεται κάτω από την σκιά του Βεζούβιου. Και όσο η νύχτα προχωρά, το σκοτάδι γίνεται όλο και πιο βαρύ.