Το ενδιαφέρον μου για την ποίηση της μεσαιωνικής Δύσεως ανάγεται στα εφηβικά μου χρόνια και οφείλεται στην τότε ανακάλυψη εκ μέρους μου της ποιήσεως του T.S. Eliot και μέσω αυτού του Ezra Pound. Il miglior fabbro, όπως τον αποκαλεί ο Έλιοτ στην προμετωπίδα του Waste Land, μού άνοιξε τον κόσμο των τροβαδούρων (στους οποίους αφιέρωσε δύο εξαιρετικά δοκίμια) και γενικώτερα της μεσαιωνικής ποιήσεως στην Δύση, που διατρέχει όλο το ποιητικό του έργο. Δυο χρόνια αργότερα, οι πανεπιστημιακές σπουδές μου στην Γαλλία όχι μόνον μού έδωσαν πρόσβαση σε βιβλιογραφία που μου ήταν απρόσιτη στην Ελλάδα, αλλά και κατέστησαν την μελέτη των αριστουργημάτων της γαλλικής μεσαιωνικής λογοτεχνίας μέρος των σπουδών μου στο πλαίσιο του πτυχίου Κλασσικών Σπουδών (Licence de Lettres Classiques). [...]
Πανθομολογείται ότι η ποίηση δεν μεταφράζεται. Ακόμη δυσκολώτερα αποδίδεται σε άλλη γλώσσα η αίσθηση ενός τραγουδιού ή μιας έρρυθμης μονωδίας που ψάλλεται τη συνοεδία οργάνου, αν αγνοείται ο σκοπός, η μελωδία τους. [...] Η Δυτική όμως ποίηση του Μεσαίωνα είναι, κυρίως, έργο εγγράμματων λογίων που απευθύνονται, κατ' αρχήν, όχι σε (παλ)λαϊκό, αλλά σε αυλικό ακροατήριο μικρών και μεγάλων αριστοκρατών εξοικειωμένων με το λεξιλόγιο της εκκλησιαστικής ή διοικητικής λατινικής, τους οποίους δεν ενοχλούν τα λόγια δάνεια από αυτήν. [...]
Υποβάλλω το παρόν δοκίμιο στο κοινό, όχι προσβλέποντας σε επαίνους, αλλά με την προσδοκία ότι οι αναγνώστες θα δοκιμάσουν κάποια γεύση ενός κόσμου μακρινού, ο οποίος ωστόσο καθόρισε τον τρόπο με τον οποίον ακόμη και σήμερα κάποιοι από εμάς ερωτεύονται.