Αθήνα 4/17 Ιουνίου 11 π.µ.
«Εχθές το απόγευµα στις 2 µ.µ. φθάσαµε στην Αθήνα. […] Ωραίο θέαµα. Οι µενεξεδένιοι λόφοι στο βάθος είναι µαγευτικοί. […] Αργά το απόγευµα κάναµε έναν περίπατο στους κεντρικούς δρόµους. Πολύ, πολύ όµορφη πόλη – εντελώς ευρωπαϊκή, του γαλλικού ή ιταλικού τύπου. Μου άρεσαν πολύ οι στολές των αξιωµατικών· και οι αξιωµατικοί και οι στρατιώτες έχουν την εµφάνιση που αρµόζει […]. Το µόνο µειονέκτηµα είναι η έλλειψη σκιάς στους δρόµους (λόγω του πλάτους τους και του χαµηλού ύψους των σπιτιών), που σηµαίνει ότι είναι αδύνατον να κυκλοφορεί κανείς πεζή κάτω από τον δυνατό ήλιο του Ιουνίου µεταξύ 10 π.µ. και, φαντάζοµαι, 5 µ.µ. […] Το θερµόµετρο στις 7 ½ π.µ. 77 βαθµούς (25oC), στις 11 ½ 78 βαθµούς (25,5oC), στη 1 µ.µ. 80 βαθµούς (26,6oC)».
Στη διάρκεια του πρώτου του ταξιδιού στην Ελλάδα, από τις 13 Ιουνίου µέχρι τις 5 Αυγούστου 1901, ο τριανταοχτάχρονος τότε Κ.Π. Καβάφης ξεκινάει να γράφει στα αγγλικά ένα «ηµερολόγιο συµβάντων». Σ’ αυτό το ενδιαφέρον και ελάχιστα γνωστό κείµενο καταλήγει, παρά την αρχική του πρόθεση, να καταγράφει εκτός από λεπτοµέρειες της καθηµερινότητάς του, που αφορούν ακόµη και τις µεταβολές της θερµοκρασίας, τις εντυπώσεις του από την Αθήνα της Belle Époque. Μέσα από τους περιπάτους του ποιητή στο αστικό κέντρο και στα τότε προάστια όπως το Φάληρο, ο Πειραιάς και η Κηφισιά, αποκαλύπτεται µια εικόνα της Αθήνας στην αρχή του εικοστού αιώνα µε την πλούσια κοινωνική ζωή στην οποία συµµετέχουν προσωπικότητες όπως ο Πολέµης, ο Ιακωβίδης και κυρίως ο Ξενόπουλος, που θα γνωρίσει τον Αλεξανδρινό ποιητή και θα παίξει κοµβικό ρόλο στην καθιέρωσή του στα νεοελληνικά γράµµατα. Στην παρούσα έκδοση περιλαµβάνονται δύο κείµενα που έγραψε το 1891 ο Κ.Π. Καβάφης για τα µάρµαρα του Παρθενώνα, που εξακολουθούν να είναι επίκαιρα στις µέρες µας.