‹‹Βοήθησα αρκετές φορές και την Τουρκάλα, πετυχημένη τραγουδίστρια της όπερας με διεθνή καριέρα, όμορφη και ζάπλουτη, η οποία ντε και καλά ήθελε να γίνει κτηνίατρος. Μια μέρα βρεθήκαμε στο υπόγειο για να τις δείξω τα εγκεφαλικά νεύρα. «Τι μπορώ να κάνω για να σας ευχαριστήσω;», με ρώτησε όταν τελειώσαμε. «Τραγούδησέ μου», της απάντησα, περισσότερο για να αστειευτώ. «Ασφαλώς», λέει. Και η φωνή της, το καθαρό σαν διαμάντι τραγούδι της, «σαν των οξύφωνων Σειρήνων το τραγούδι», ανέβηκε ψηλά και γέμισε όλο τον χώρο της τετραώροφης πτέρυγας του Εργαστηρίου Ανατομικής και Ιστολογίας››.
*
‹‹Κάνω υπομονή, γρήγορα θα ξαποστάσω. Γεννήθηκα σε έναν αιώνα και θα πεθάνω στον επόμενο. Γεννήθηκα σε μια εποχή, στην Ολόκαινο, και θα πεθάνω σε μια άλλη, στην Ανθρωπόκαινο (στη νέα γεωλογική εποχή που διανύουμε, της οποίας τα βασικά χαρακτηριστικά διαμορφώνονται κυρίως από το ανθρώπινο είδος). Κρατήθηκα μόνος μια και δυο και τρεις φορές, όμως, μετά από τόσα χρόνια, γαληνεμό δεν έλαβα. Η εικόνα μου θολώνει λίγο λίγο, νόμισμα που στο τέλος θα μείνει μόνο μέταλλο. Έζησα σχεδόν αποκλειστικά στο «χθες», μένει λίγο «σήμερα» και ελάχιστο «αύριο». «Η ζωή δεν είναι για χόρταση», λένε στη Μάνη. Άκαρπη είναι η αναμέτρηση με την αδιαλλαξία του θανάτου. Και «όσο γράφω παρέρχεται ο φθονερός της ζωής μου χρόνος», για να παραφράσω τον Οράτιο. «Έτσι τελειώνει ο κόσμος / όχι μ’ ένα βρόντο μα μ’ ένα λυγμό». Όταν η τελευταία ανάσα περάσει το έρκος των οδόντων. Εβδομήντα χρόνια εν πλω με τον εαυτό μου δεν είναι λίγα. Αυτά τα χρόνια γλίστρησαν μέσα από τα χέρια μου και αναρωτιέμαι αν το τελικό εύρημα δεν είναι παρά άμμος που κυλάει μέσα από τις έλικες και αύλακες του εγκεφάλου και αν ό,τι μένει δεν είναι παρά μικροί κόκκοι που κόλλησαν πάνω στις συνάψεις μεταξύ των νευρικών κυττάρων››.
Ο Θανάσης Ντινόπουλος μιλάει για χαρούμενες, μελαγχολικές ή και τραυματικές εμπειρίες και στοχάζεται για το φαινόμενο της ύπαρξης, αλλά και για την ομορφιά, την τέχνη, το χιούμορ, τον έρωτα, την αγάπη, τη φιλία, τις ψευδαισθήσεις, το κακό, τη θρησκεία, την επιστήμη, τη μοναξιά, τον χρόνο, τα γηρατειά και τον θάνατο.
Στο προσωπικό, υβριδικό αυτό βιβλίο, ο Θανάσης Ντινόπουλος μιλάει για τη ζωή του (θα μπορούσε να είναι η ζωή του καθενός) και την ερμηνεύει με βάση τη νέα γνώση για τη βιολογία, την εξέλιξη και τον εγκέφαλο.