Ο κύκλος της γλώσσας έτσι θα έκλεινε απρόσφορος και αλυσιτελής. Όλα αυτά δεν ήταν παρά φαύλα αποκυήματα της φαντασίας, μια φιλοσοφική κακοφωνία στην αρμονία του λόγου. Το φάσμα του Αριστοτέλη εμφανιζόταν μπροστά μου, μ’ έναν μακάβριο καγχασμό. Όφειλα απέναντι στις μεταμορφώσεις της γλώσσας και της λογικής, να αμυνθώ μ’ έναν αντιπερισπασμό: Να γράφω ακατάσχετα, να αυξάνω την ισχύ κάθε φθόγγου, κάθε φωνήματος
Περιγραφή
Ο κύκλος της γλώσσας έτσι θα έκλεινε απρόσφορος και αλυσιτελής. Όλα αυτά δεν ήταν παρά φαύλα αποκυήματα της φαντασίας, μια φιλοσοφική κακοφωνία στην αρμονία του λόγου. Το φάσμα του Αριστοτέλη εμφανιζόταν μπροστά μου, μ’ έναν μακάβριο καγχασμό. Όφειλα απέναντι στις μεταμορφώσεις της γλώσσας και της λογικής, να αμυνθώ μ’ έναν αντιπερισπασμό: Να γράφω ακατάσχετα, να αυξάνω την ισχύ κάθε φθόγγου, κάθε φωνήματος, να γεμίζω το στομάχι με εμετικά ώστε άδειος πια να προσεταιρίζομαι ό,τι άκουσα, ό,τι θα μπορούσα να ενωτιστώ στο μέλλον, να κατουράω λέξεις και να αποπατώ φράσεις, να γίνω ολόκληρος ένα στόμα-πρωκτός που όχι μόνο θα χωρούσε μέσα του ένα δωμάτιο, μα κι ένα παλάτσο, τη Sagrada Familia του Γκαουντί, τους δίδυμους πύργους, την Ακρόπολη της βλακείας του κόσμου, το έπος του αυνανισμού, κάθε φαραωνική κατασκευή του Σπέερ, κάθε μακελειό διαβλητό και αδιάβλητο, κάθε ηθική σκοτία και ψυχική ατροφία, τη γλώσσα στο τάνυσμά της, στη στεντόρεια αποχαλίνωσή της. Ναι, θα άφηνα τη γλώσσα να χυθεί όπως η λάβα, να κάψει τις Πομπηΐες του έρημου ντουνιά, εγώ, ένας δερβίσης που πέθαινε μέσα στη δίνη του χορού του. Το δωμάτιο θα γέμιζε πια από έναν λαμπερό, ροΐδειο χρυσοκάνθαρο, από μια παλιά αλατιέρα σκαλισμένη σε χρυσό και σμάλτο, από χρυσόλιθους, από μικρούς εβένινους ελέφαντες, δεκάδες από γιούσουρι πίπες του Μαγκρίτ, από ένα σαπφείρινο μαβί στο μάτι της πόρτας, ό,τι επιτέλους θα στόμωνε από πλησμονή το τίποτα που τώρα θα πλάνταζε από την παλίρροια του νοήματος, από την αναβράζουσα επιληψία της γλώσσας.