«Προσπαθώ να μην έχω μνήμες, κι έτσι η απώλεια να μη με κατατρέχει, μιας και δεν έχω τίποτα να χάσω», της είπε.
Εκείνη τον κοιτούσε, αυτός μονολογούσε… Πώς απλώνεσαι στον ουρανό κι εκείνος σου μιλάει; Άσπρες τουλούπες τα λόγια του.
Ώρα γερμένος πάνω από το άδειο της κορμί. Εκείνη δεν είχε λόγια, κανείς δεν ξέρει αν δεν τα έμαθε ή αν δεν τα μπορούσε, είχε μόνο χάδια, πρώτα για τα αδέσποτα, μετά για όλους αυτούς τους παράταιρους-απόκληρους της ζωής. Τον άκουγε, είχε μάθει να ακούει, να νιώθει και να νοιάζεται.
Εκείνος καθόταν στο σκαμνάκι δίπλα του κρεβατιού, το κορμί του τόξο που το κύρτωσαν σκέψεις. Το βλέμμα του στο παράθυρο και φορές κοιτούσε κλεφτά το καχεκτικό της κορμί. Περίμενε μαζί της – φαινόταν σαν να μην έχει τίποτα να κάνει ή μάλλον δεν είχε τίποτα που να αξίζει να κάνει. Φορούσε ένα τριμμένο πανωφόρι, αν και έξω η μέρα έκαιγε ακόμη. Είχε τα γένια πεταγμένα σε ένα βαθουλωτό πρόσωπο και το μέτωπό του κυριαρχούσε σε ένα αδύναμο κορμί.
28 διηγήματα μνήμης και απώλειας ανθρώπων που κι αν δεν ζήσαμε μαζί σημάδεψαν τη ζωή μας