«Σημασία έχει, λένε, το ταξίδι και όχι ο προορισμός». Ξεκινώντας από μια τετριμμένη πλέον αλήθεια, την οποία αναποδογυρίζει, φέρνοντας το μέσα έξω σαν κάλτσα, ο Δημήτρης Καρακίτσος ξεδιπλώνει το δαιμόνιο μυθοπλαστικό του ταλέντο αφηγούμενος ένα ταξίδι στον ανοίκειο τόπο και χρόνο της Σουηδίας του 19ου αιώνα. Οι δυο φοιτητές, ο Ούλοφ Άλμκβιστ και ο Γιάν Άντερς Βίλεμαρκ κυνηγούν δυο χίμαιρες³ ο μεν ένας τη χίμαιρα της συγγραφικής δόξας κι ό άλλος το όριο ενός αδιαμόρφωτου ακόμη εαυτού.
Σε αντίθεση με την πλειονότητα των γραφιάδων ο Έλληνας πεζογράφος διαθέτει τη δύναμη, τη φαντασία και κυρίως το ταλέντο να ανασυστήσει έναν ολόκληρο κόσμο από ένα σπυρί άμμου³ πόσο δε μάλλον ένα πεζογραφικό ταξίδι σε τόπο όπου δεν έχει πατήσει το πόδι του. Στην καινούργια του νουβέλα ο Δ.Κ. στήνει ένα υπαρξιακό ταξίδι στην άκρη του κόσμου, στα οριακά άκρα της αφήγησης, με ιστορίες μέσα σε ιστορίες, όνειρα μέσα σε ονείρατα, απεικονίζοντας τον κόσμο μέσα από τον παραμορφωτικό φακό του γραμμένου χαρτιού ενός φιλόδοξου μυθιστοριoγράφου, με τη γομολάστιχα αφημένη στα χέρια του οριστικού κριτή της ανθρώπινης μοίρας. Ένα πολυδαίδαλο λογοτεχνικό σκαρίφημα, έναν ταξιδιωτικό χάρτη που συμπληρώνει το ίδιο το αναγνωστικό ταξίδι, προς τέρψη και μεγάλη απόλαυση του αναγνώστη, για να μην αποτύχουμε όπως οι Μπιόρλινγκ και Καλστένιους.