«Ἡ ψευδαισθησία τῆς προόδου εἶναι βαθύτατα ριζωμένη εἰς τὰς πεποιθήσεις τῆς μεγάλης μάζης τῶν μορφωμένων, ἀκριβῶς διότι τοὺς λείπει ἡ ἱστορικὴ καὶ φιλοσοφικὴ ἐνατένισις τῆς ζωῆς. Ὁ ἀφιλοσόφητος δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ διακρίνῃ μεταξὺ τεχνικῶν μέσων καὶ ἀπολύτων ἀξιῶν, μήτε νὰ χαρῇ τὴν διαρκῆ, τὴν ἀκοίμητον πάλην, ποὺ γίνεται μέσα μας μεταξὺ τοῦ ἀπολύτου καὶ αἰωνίου κόσμου τῆς ἰδέας καὶ τῆς ρευστῆς καὶ φθαρτῆς ζωῆς τῶν αἰσθήσεων. Τοῦ χρειάζεται πρὸς τοῦτο θάρρος καὶ καρτερία, ἐνῷ ἐκεῖνος ζητεῖ τὴν ἡσυχίαν του καὶ τὴν ἐσωτερικὴν γαλήνην. Οὔτε πάλιν ἔχει τὴν δύναμιν νὰ πετάξῃ μὲ τὴν ψυχήν του καὶ ν’ ἀνεύρῃ τὴν ἐσωτερικήν του χαρὰν εἰς τὸ ἀντίκρυσμα τοῦ ἀχρόνου, τοῦ ἀπολύτου, ὅπως μᾶς ἔδειξε τὸν δρόμον ὁ Πλάτων. Ἔτσι συνθηκολογεῖ μὲ τὸν ἑαυτόν του καὶ τοποθετεῖ εἰς τὸ μέλλον ὡς πραγματικότητα, ὅ,τι ὑπάρχει μέσα του ὡς πόθος, τὸ σταμάτημα τῆς πάλης αὐτῆς. Τὸ ὅτι ἡ «χιλιαστικὴ» αὐτὴ πίστις εἶναι φενάκη, δὲν τὸ αἰσθάνεται, καὶ τὸ μέλλον εἶναι τόσον ἀπέραντον, ὥστε δὲν ὑπάρχει πιθανότης, νὰ ἐπιζήσῃ, διὰ νὰ δοκιμάσῃ διαψεύσεις· εἰς τοῦ λόγου ὅμως τὰς συστάσεις δὲν εἶναι προσιταὶ τοιαῦται ἀφιλοσόφητοι φύσεις.» Ἰωάννης Συκουτρῆς
Ὁ Ἰωάννης Συκουτρῆς (1901-1937) ἦταν διακεκριμένος Ἕλληνας φιλόλογος. Δίδαξε στὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν. Εἶναι ἰδιαίτερα γνωστὸς γιὰ τὸ ἐξαιρετικῆς ποιότητας ἔργο του, στὸ ὁποῖο δεσπόζουν, μεταξὺ ἄλλων, οἱ ἐκδόσεις καὶ οἱ εἰσαγωγὲς στὴν Ποιητικὴ τοῦ Ἀριστοτέλη καὶ στὸ Συμπόσιο τοῦ Πλάτωνος. Καὶ σήμερα εἰδικὰ ἀξίζει νὰ ζεῖ στὴ μνήμη τῶν συγχρόνων μας διότι, ὅπως ἔγραψε γι’ αὐτὸν ὁ Κ. Ι. Δεσποτόπουλος,«Σήμερα, ποὺ σὲ παγκόσμια κλίμακα τὸ πνεῦμα περνάει μιὰ δοκιμασία χωρὶς προηγούμενο στὴν ἱστορία, καὶ στὴ χώρα μας ἡ ζωὴ τοῦ ἔθνους βαραίνεται ἀπὸ μιὰ πρόσθετη δοκιμασία, τὴν κυριαρχία τῆς μισαριστείας καὶ τοῦ γραικυλισμοῦ, ὁ Συκουτρῆς, ποὺ ὁλόψυχα πίστευε στὴν ἡγεμονία τῆς ἀριστείας καὶ στὴν ἀποστολὴ τοῦ πνεύματος νὰ κοσμεῖ καὶ νὰ σώζει τὰ ἀνθρώπινα, εἶναι ὅσο ἴσως ποτὲ ἄξιος, καὶ πέρα ἀπὸ τὸ ἔξοχο ἔργο του, νὰ ζεῖ στὴ μνήμη τῶν συγχρόνων μας, γιὰ νὰ κρατάει ἄσβηστο ἐμπρὸς στὶς συνειδήσεις τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ πνεύματος.»