Ο Γκαλίπ είναι δικηγόρος και ζει στην Ιστανµπούλ. Μια µέρα εξαφανίζεται ξαφνικά η γυναίκα του Ρουγιά. Μήπως τον εγκατέλειψε για να επιστρέψει στον πρώην σύζυγό της ή για χάρη άραγε του ετεροθαλούς αδελφού της Τζελάλ, γνωστού δηµοσιογράφου, που έχει και εκείνος εξαφανιστεί; Καθώς ο Γκαλίπ προσπαθεί να βγάλει άκρη, διαπιστώνει ότι σταδιακά υιοθετεί την ταυτότητα του Τζελάλ: φοράει τα ρούχα του, απαντά στις τηλεφωνικές κλήσεις που εκείνος δέχεται, γράφει ακόµη και τα κείµενά του για την εφηµερίδα. Ο Γκαλίπ προσπαθεί να βρει στοιχεία τριγυρνώντας στην ατµοσφαιρική πόλη, όπου κάθε γωνιά της είναι κι ένα σηµάδι της ιστορίας της, αλλά η φύση του µυστηρίου αλλάζει διαρκώς – ώσπου δέχεται απειλές για τη ζωή του, και τότε αρχίζει να φοβάται το χειρότερο. Στο µαγευτικό περιβάλλον της Ιστανµπούλ, ο Γκαλίπ, εκτός από τη Ρουγιά και τον Τζελάλ, αναζητά εν τέλει και την αληθινή φυσιογνωµία της πόλης του, κυρίως όµως τον ίδιο του τον εαυτό.
«Επειδή το Μαύρο βιβλίο ξεκινά από την παιδική µου ηλικία εκεί όπου έζησα το µεγαλύτερο µέρος της ζωής µου και διηγείται τις περιπέ-τειες ενός ήρωα συνοµηλίκου µου, όπως είναι φυσικό, µε έχουν πολλές φορές ρωτήσει: “Πόσο Γκαλίπ είσαι;”. Ίσως οι λεπτοµέρειες της ζωής µου –τα ψώνια, οι µατιές που έριχνα από το παράθυρό µου στο µαγαζί του Αλαντίν απέναντι, οι κουβέντες µου µε την κυρία Καµέρ, που ήταν πραγµατικό πρόσωπο, τα µοναχικά σαββατόβραδά µου, οι περίπατοί µου τις νύχτες στα άδεια σοκάκια της πόλης– να µοιάζουν µε του Γκαλίπ. Αλλά η βαθιά µοναξιά του Γκαλίπ, η µελαγχολία που είχε εισβάλει σαν αρρώστια µέσα του, το θλιβερό σκοτάδι της ζωής του δεν είναι ευτυχώς και δικές µου βαθιές πληγές. Ζηλεύω τον Γκαλίπ για την καρτερικότητά του, τη σοβαρότητά του, τη δύναµη µε την οποία κουβαλάει τον πόνο του· τον θαυµάζω και γιατί, παρ’ όλα όσα του συνέβησαν, εκείνος σιωπηρά επιδοκιµάζει τη ζωή. Έγινα συγγραφέας επειδή δεν είχα τη δική του δύναµη για όλα αυτά». Από το επίµετρο του Ο.Π.