Το 1825 αποτελεί ίσως το πιο κρίσιμο έτος για την Ελληνική Επανάσταση. Ο εμφύλιος πόλεμος έχει μόλις λήξει, ο Κολοκοτρώνης βρίσκεται στην φυλακή ενώ ο Ανδρούτσος και άλλοι σημαντικοί οπλαρχηγοί είναι υπό διωγμόν από την Ελληνική Κυβέρνηση. Ο τακτικός στρατός του Ιμπραήμ έχει αποβιβαστεί στην Πελοπόννησο, προχωρά από επιτυχία σε επιτυχία, πολιορκεί το Μεσολόγγι και το Ναυαρίνο και δείχνει ικανός να καταπνίξει την Επανάσταση.
Σε αυτή την ταραγμένη εποχή, τρεις έντονες προσωπικότητες θα βρεθούν στην Ελλάδα, ο καθένας για τους δικούς του λόγους και σκοπούς. Ο Τζέημς Έμερσον, φιλέλληνας συγγραφέας και παλιός σύντροφος του Βύρωνα, ο κόμης Πέκκιο, Ιταλός πολιτικός και επαναστάτης, εξόριστος από την χώρα του και ο Γ. Χάμφρεϋς, επαγγελματίας στρατιωτικός και τυχοδιώκτης. Μέσα από τα ημερολόγιά τους οι τρεις συγγραφείς μάς προσφέρουν ένα απαράμιλλο πανόραμα «της πατρίδας των χαμένων θεών και των ημιθέων». Από τις προσωπικές τους συναντήσεις σκιαγραφούνται οι προσωπικότητες των Κολοκοτρώνη, Παπαφλέσσα, Δημητρίου Υψηλάντη, Κανάρη, Μπουμπουλίνας, Μιαούλη, Μαυροκορδάτου και πολλών ακόμα πρωταγωνιστών της εποχής. Από πρώτο χέρι μαθαίνουμε το πώς ήταν να λαμβάνεις μέρος στον ανταρτοπόλεμο-κλεφτοπόλεμο των Ελλήνων καθώς και την εμπειρία τού να ταξιδεύεις πάνω στο πολεμικό πλοίο του Μιαούλη και να παρακολουθείς από κοντά την δράση των ξακουστών πυρπολικών ενώ αυτά καταδιώκουν τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο. Παράλληλα με τις πολεμικές επιχειρήσεις, ο τόπος και οι άνθρωποι της επαναστατημένης Ελλάδας, περιγράφονται με άφθονες λεπτομέρειες. Ποιες ήταν οι καθημερινές ασχολίες, οι θρησκευτικές αντιλήψεις, τα ήθη και έθιμα, ακόμα και οι διατροφικές συνήθειες του ντόπιου πληθυσμού;
Σχεδόν δυο αιώνες μετά από την αγγλική έκδοση, η πρώτη πλήρης μετάφραση του έργου στα ελληνικά έρχεται για να καλύψει ένα σημαντικό κενό στην ελληνική ιστοριογραφία αλλά και για να ζωντανέψει στην φαντασία του απλού αναγνώστη μια από τις πιο σημαντικές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.