Καλοκαίρι του 1943
Στο σπίτι της οικογένειας Πέτρου γεννιέται η δευτερότοκη. Οι Μοίρες προδιέγραψαν τη ζωή της να είναι γεμάτη χαρές και πίκρες, γεμάτη στιγμές ευτυχίας μα και αγωνίας. Την πασπάλισαν με τσαγανό, με πείσμα, με δοτικότητα κι έπλεξαν πάνω από την κούνια τον ιστό ενός έρωτα που θα καθόριζε τη ζωή της. Και το όνομα αυτής… Όλγα.
Ένα αγρίμι, όπως την είχε χαρακτηρίσει ο πατέρας της. Μία γυναίκα με έντονη προσωπικότητα από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής της. Βαθιά συναισθηματική μα και πεισματάρα. Δοτική και φιλότιμη. Ατίθαση και ανυπότακτη, με αχίλλειο πτέρνα της τη γνώμη του κόσμου. Θα γνωρίσει τον έρωτα στο πρόσωπο του Δημήτρη. Ο άντρας αυτός θα σημαδέψει την ίδια και τις επιλογές της. Θα τον κάνει κέντρο του κόσμου της και θα υπομείνει προσβολές και συμπεριφορές που δεν της πρέπουν. Ως πότε θα τον δικαιολογεί; Μέχρι πότε θα τον συγχωρεί και θα μηδενίζει το τεφτέρι της ζωής από πίκρες και στεναχώριες;
Στο ταξίδι της ζωής της γέμισε τις αποσκευές της με λύπες και χαρές. Τι κι αν βάραιναν περισσότερο οι στεναχώριες; Ήταν σίγουρη μέσα της πως αν ξαναζούσε, τις ίδιες επιλογές θα έκανε. Ο μεγαλύτερος εχθρός της υπήρξε ο θάνατος, στερώντας της αγαπημένα πρόσωπα. Όμως, την ύστατη στιγμή αναμετρήθηκε κατά πρόσωπο μαζί του. Δεν τον φοβόταν πια. Άλλωστε, ένα αγρίμι ξέρει να μην φοβάται…