Αύγουστος 1992. Μια κοιλάδα χαμένη κάπου στα ανατολικά, υψικάμινοι που δεν καίνε πια, μια λίμνη, ένα απόγευμα μέσα στον καύσωνα. Ο Αντονύ είναι δεκατεσσάρων χρονών και, για να διασκεδάσει την πλήξη του, κλέβει μαζί με τον ξάδελφό του ένα κανό για να πάει να δει τι συμβαίνει στην άλλη πλευρά, εκεί όπου βρίσκεται η περίφημη όχθη των γυμνιστών. Φτάνοντας, ο Αντονύ θα γνωρίσει τον πρώτο έρωτα, το πρώτο αληθινό καλοκαίρι του, αυτό που θα καθορίσει τα υπόλοιπα. Κι έτσι αρχίζει το δράμα της ζωής.
Με το βιβλίο αυτό, ο Νικολά Ματιέ γράφει το μυθιστόρημα μιας κοιλάδας, μιας εποχής, αλλά και της εφηβείας, αφηγείται την πολιτική ιστορία της νεολαίας που πρέπει να βρει τον δρόμο της σε έναν κόσμο που πεθαίνει. Τέσσερα καλοκαίρια, τέσσερις στιγμές, από το Smells Like Teen Spirit μέχρι το Παγκόσμιο Κύπελλο του ’98: μια ιλιγγιώδης εξιστόρηση του πώς κυλά η ζωή στη Γαλλία σε μια μεταιχμιακή εποχή, στις κωμοπόλεις και στα ακριβά προάστια, στις εξοχές από τη μία και στις τσιμεντουπόλεις από την άλλη. Μιλά για τη Γαλλία της μπύρας Πικόν και του Τζόνι Χαλιντέι, για τα πανηγύρια και τις καλοκαιρινές τηλεοπτικές εκπομπές, για τους άντρες που απόκαμαν από τη δουλειά και τις ερωμένες που μαράθηκαν από τα είκοσί τους χρόνια. Ένας τόπος ξεχασμένος από τα ταμεία της παγκοσμιοποίησης, πιασμένος ταυτόχρονα στη μέγγενη της νοσταλγίας και της παρακμής, της ευπρέπειας και της οργής.