Ποτέ μου δεν πίστεψα πως ήμουν ιδιαίτερα καλός στα λόγια. Ποτέ δεν είχα την απαραίτητη αυτοπεποίθηση να εκφράσω τις λέξεις που εκρήγνυντο μέσα μου, με αποτέλεσμα για χρόνια ολόκληρα να τις αφήνω να σκάνε και να μετράνε θύματα κάθε φορά που κατάφερναν να εκτονωθούν.
Το “Λύω σιωπή!” είναι μια σειρά διηγημάτων γραμμένη στο πέρασμα του πιο μεταβατικού σταδίου της ζωής μου μέχρι σήμερα. Ο δίσημος τίτλος, οφείλει σ’ ένα ποσοστό τη γένεση και την αύξησή του, στο σκύλο μου τον Λύω, και την οικεία φράση που επαναλαμβάνω συχνά πυκνά, μαλώνοντάς τον όταν με τρελαίνει. Η άλλη και η μεγαλύτερη όψη του ωστόσο, οφείλεται στην πραγματοποίηση της κάθαρσής μου που επέρχεται καθώς “λύνω την σιωπή” μου για τις ιστορίες αυτές, που με έμαθαν να ανασαίνω και πάλι μέσα από λέξεις και ήρωες ατελείς. Πρωταγωνιστές που ρίχνονται στο στίβο της ζωής με την ελπίδα όχι του να τερματίσουν πρώτοι, αλλά, με τ’ όνειρο ότι θα τερματίσουν αρτιμελείς και ακέραιοι κάποτε, παρά τα όσα κομμάτια τους έχασαν στο δρόμο.
Δεν είναι παρά ψήγματα επεισοδίων από το μόχθο τους που και εγώ ο ίδιος όταν λιγοψυχώ, τα λησμονώ, αλλά δεν υπάρχει καλύτερη κάρτα μνήμης από την καρδιά για να μ’ επαναφέρει με τον χτύπο της. Οι ιστορίες εκκρεμούν ανάμεσα στον κόσμο της μυθοπλασίας και στον κόσμο του ρεαλισμού. Είναι μερικά από εκείνα τα επεισόδια που παραλείπονται από την κεντρική αφήγηση των παραμυθιών. Δεν οδηγούν απαραίτητα στην ευτυχή τους κατάληξη και έτσι μένουν να αιωρούνται αινιγματικά πάνω από την λέξη “Τέλος”.