Το μικρό αυτό έργο είναι απλό και κομψό. Περιλαμβάνει πρόζα ρωμαλέα, στιβαρή, δύναμη και σφρίγος αρσενικό, και ύφος λεπταίσθητο, εκλεπτυσμένο, κομψότητα και χάρη θηλυκή. Καθώς διαβάζω το Όκου νο Χοσόμιτσι (Ο στενός δρόμος προς τα βάθη του Βορρά), μερικές φορές σηκώνομαι ξαφνικά όρθιος και χειροκροτώ, κι άλλες φορές σκύβω ταπεινά το κεφάλι βαθιά συγκινημένος. Άλλοτε ανυπομονώ να βάλω κι εγώ το ψάθινο αδιάβροχό μου και να ξεκινήσω ένα παρόμοιο ταξίδι, κι άλλοτε είμαι ευχαριστημένος να κάθομαι ακίνητος και να φαντάζομαι τα μαγευτικά τοπία της διαδρομής να περνούν μπρος απ’ τα μάτια μου. Τέτοιας ομορφιάς εντυπώσεις και συναισθήματα αποθησαύρισε το πινέλο του σ’ αυτό το βιβλίο, εφάμιλλα των πολύτιμων λίθων που λέγεται ότι γίνονται από τα δάκρυα που χύνουν οι γοργόνες (Κότζιν). Τί ταξίδι, και τί ταλέντο ο άνδρας που το έζησε ! Τί κρίμα μόνο που αυτός ο μεγάλος άνδρας γίνεται τώρα πολύ αδύναμος και λευκή πάχνη μαζεύεται πάνω στα φρύδια του.
– ΣΟΡΙΟΥ, Αρχές καλοκαιριού Γκένροκου 7 ( Απρίλιος 1694 )
O ΣΤΕΝOΣ ΔΡΟΜΟΣ ΠΡOΣ ΤA ΒΑΘΗ ΤΟY ΒΟΡΡA (Όκου νο Χοσόμιτσι), το τελευταίο και αριστοτεχνικότερο έργο του κορυφαίου Ιάπωνα ποιητή Ματσούο Μπασό (1644-1694), θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της κλασικής ιαπωνικής λογοτεχνίας. Πρόκειται για ταξιδιωτικό ημερολόγιο γραμμένο στο πνεύμα του χαϊκάι, στο οποίο πρόζα και ποίηση συνυφαίνονται αρμονικά σε ενιαίο ποιητικό σύνολο, ανανεώνοντας την παραδοσιακή ταξιδιωτική λογοτεχνία. Θέμα του είναι το μεγάλο, διάρκειας πέντε μηνών, ταξίδι που έκανε ο Μπασό, το τελευταίο από μια σειρά ταξίδια του στην ιαπωνική ενδοχώρα τα ύστερα δέκα χρόνια της ζωής του.
Ο Μπασό, καταξιωμένος δάσκαλος του χαϊκάι, ξεκίνησε, σε ώριμη ηλικία και με εξασθενημένη υγεία, την άνοιξη του 1689 από την πρωτεύουσα Εντό (Τόκυο) μαζί με τον μαθητή του Σόρα για το πιο μακρινό και επίπονο ταξίδι στις σχεδόν ανεξερεύνητες επαρχίες του ιαπωνικού Βορρά και στη δυτική ακτή της Ιαπωνικής Θάλασσας. Το ταξίδι αυτό, ποιητικό και με βαθύ πνευματικό περιεχόμενο, εμπεριέχει την αναζήτηση του παρελθόντος και τη σύνδεση μαζί του, μέσω της επίσκεψης σε μέρη που ύμνησαν παλιοί δάσκαλοι και ποιητές. Ωστόσο ο ταξιδευτής-ποιητής του Όκου νο Χοσόμιτσι δεν αναζητά απλώς τα ίχνη της τέχνης των παλιών・ αναζητά εκείνο που και οι παλιοί αναζητούσαν, την «αλήθεια της ποιητικής τέχνης», καθώς και τη διαμόρφωση μιας νέας ποιητικής του χαϊκάι, έτσι που να είναι ταυτόχρονα ποίηση ορθόδοξη και ανορθόδοξη, παλιά και νέα, σταθερή και συνεχώς μεταβαλλόμενη, να στηρίζεται στις κλασικές αξίες και να εμπλέκεται με το απλό και καθημερινό. Γι’ αυτό άλλωστε ταξιδεύοντας θα ανανεώσει τη λογοτεχνική μνήμη, θα επαναχαρτογραφήσει το τοπίο και θα επαναπροσδιορίσει την ίδια την έννοια του ταξιδιού και την ποιητική του ουσία. Το Όκου νο Χοσόμιτσι διαμορφώνει μια νέα αντίληψη για το ταξίδι ως πρωταρχικό στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης, σύμφωνα με την οποία «ζωή είναι το ταξίδι, το ταξίδι είναι σπίτι».
Ο Μπασό ολοκλήρωσε το έργο λίγο πριν το θάνατό του, ύστερα από αλλεπάλληλες διορθώσεις και επιμέλεια τεσσάρων ετών. Στόχος του ήταν να εξασφαλίσει ενότητα, βάθος και ουσία μέσω της πυκνότητας και των πολλαπλών εναλλαγών στο ύφος, στη γλώσσα και στο περιεχόμενο, διαμορφώνοντας ένα συγκεκριμένο ποιητικό και ταξιδιωτικό πρότυπο για τους μαθητές του και τη μελλοντική προοπτική του χαϊκάι.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο ΜΑΤΣΟΥΟ ΚΙΝΣΑΚΟΥ (ΜΠΑΣΟ) είναι από τους σημαντικότερους ανανεωτές της ιαπωνικής ποιητικής παράδοσης. Γεννήθηκε το 1644 στο Ουενό της επαρχίας Ίγα, γόνος φτωχής οικογένειας σαμουράι, και σε ηλικία εικοσιεννέα ετών μετακόμισε στο Εντό (σημερινό Τόκυο), όπου καθιερώθηκε ως δάσκαλος του χαϊκάι νο ρένγκα η χαϊκάι (συλλογικά, πνευματώδη, συνεχόμενα στιχουργήματα), δημιουργώντας κύκλο μαθητών και πατρόνων, που θα αποτελέσουν αργότερα τη Σχολή Μπασό. Παράλληλα, μελέτησε και ασκήθηκε στον βουδισμό Ζεν. Στο απόγειο της φήμης του, το 1680, αποτραβήχτηκε σε μια καλύβα στα περίχωρα του Εντό, διάγοντας ασκητικό βίο, και αφοσιώθηκε στο χαϊκάι, καθιερώνοντας σταδιακά το προσωπικό του ύφος. Εκδόθηκαν συνολικά Επτά Ανθολογίες της Σχολής Μπασό.
Ο ποιητής προσέδωσε στο χαϊκάι αισθητική λεπτότητα, κομψότητα, πνευματικό βάθος και ευαισθησία, διατηρώντας ταυτόχρονα το χιούμορ, την παιγνιώδη διάθεση και τη σχέση του με τον κόσμο της καθημερινότητας. Στο έργο του συνυφαίνονται η βαθιά γνώση και συνέχεια της κλασικής παράδοσης με την αντισυμβατική διάθεση και την αναζήτηση μιας συνεχώς νέας προοπτικής. Ανέδειξε την ποιητική αυτονομία του αρχικού δεκαεπτασύλλαβου στίχου των συνθέσεων ρένγκα (γνωστού σήμερα ως χάικου) και υπήρξε ο πρώτος μεγάλος συγγραφέας σύντομων κειμένων που συνδυάζουν ποίηση και πρόζα (χάιμπουν). Χωρίς σπίτι και υλικές εξαρτήσεις, περιηγήθηκε τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του στις πιο απόμακρες επαρχίες της Ιαπωνίας σε μια πνευματική και ποιητική αναζήτηση, διαδίδοντας παράλληλα τις αισθητικές αρχές της Σχολής Μπασό. Καρπός των πολύχρονων περιπλανήσεών του είναι πέντε ταξιδιωτικά ημερολόγια ποιητικής πρόζας, με αριστοτεχνικότερο όλων το Όκου νο Χοσόμιτσι. Ο Μπασό πέθανε στην Όσακα το 1694, ενώ ταξίδευε, με εξασθενημένη υγεία, για να διαδώσει στους μαθητές του το νέο ποιητικό ιδεώδες του για το χαϊκάι.