Κατά τη διάρκεια της δικηγορίας μου 1958-2000 δια-
χειρίστηκα χιλιάδες υποθέσεις ενώπιον όλων των δικα-
στηρίων από το Ειρηνοδικείο έως τον Άρειο Πάγο και
το Συμβούλιο Επικρατείας και σχημάτισα περί τις έξι με
εφτά χιλιάδες φακέλους δικογραφιών. Κατά τη συνταξι-
οδότησή μου το 2000 και επειδή ήθελα να ενοικιάσω το
γραφείο μου και δεν είχα χώρο να τις αποθηκεύσω ούτε
και μου ήταν πλέον χρήσιμες, τις κατέστρεψα. Έμειναν
μόνο ελάχιστες, τις οποίες μετέφερα στη βιβλιοθήκη του
σπιτιού μου.
Επειδή όμως φρονώ ότι και ο δικανικός λόγος του δικη-
γόρου, ο οποίος εκφράζεται κυρίως με τις αγορεύσεις του
ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων και στις προτάσεις
του (γραπτές και προφορικές ή και μόνο γραπτές αγορεύ-
σεις), ενώπιον όλων των άλλων δικαστηρίων, αποτελεί
τέχνη του λόγου, όπως και οι Λυσίου λόγοι, που διδά-
σκονται στα σχολεία ως λογοτεχνικά κείμενα, θεώρησα
ότι το λογοτεχνικό μου έργο, που αναφέρεται εις όλα τα
είδη του έντεχνου λόγου (μυθιστόρημα, διήγημα, δοκί-
μιο, ταξιδιωτικό, θεατρικό έργο, ποίηση), θα ήταν ελλιπές
εάν δεν άφηνα πίσω μου ένα δείγμα και του δικανικού
μου λόγου, ο οποίος υπήρξε και πλούσιος και επιτυχημέ-
νος. Γι’ αυτό και σκέφτηκα τις λίγες αυτές προφορικές και
γραφτές αγορεύσεις μου, που σώθηκαν, να τις περιλάβω
σε ένα βιβλίο, το οποίο με ενδιαφέρον θα έβλεπαν και θα
διάβαζαν οι αναγνώστες μου. Κατά το διάστημα δε της
δικηγορίας μου υπηρέτησα και ως προϊστάμενος της νο-
μικής υπηρεσίας του Δήμου Πειραιά, ως αντιπρόεδρος
του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά και ως αντιπρόεδ-
δρος του Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιά.Μου προτάθη-
κε δε να εκλεγώ και ως πρόεδρος, τόσο του Δικηγορικού
Συλλόγου, όσο και του Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιά,
αλλά επειδή λόγω του μεγάλου φόρτου εργασίας μου στη
δικηγορία, αλλά και στην πολιτική, θα έπρεπε να διακό-
ψω ή να αναστείλω το λογοτεχνικό μου έργο, εάν εκλεγό-
μουν και πρόεδρος στους οργανισμούς αυτούς, δε δέχτη-
κα να αναλάβω κι αυτές τις ευθύνες.