Η Αλίθια έβρεξε την πένα στο μελανοδοχείο και την άφησε να γλιστρήσει πάνω στο χαρτί, χαράζοντας μια γραμμή σε μπλε γυαλιστερό χρώμα. Έγραψε το όνομά της κι έμεινε να κοιτάζει το μελάνι που στέγνωνε σιγά σιγά. Η απόλαυση της λευκής σελίδας, που πάντα στην αρχή ανάδινε ένα άρωμα μυστηρίου γεμάτο υποσχέσεις, χάθηκε μεμιάς. Με το που άρχιζε κανείς να βάζει στο χαρτί τις πρώτες λέξεις, ανακάλυπτε ότι στη γραφή, όπως και στη ζωή, η απόσταση μεταξύ προθέσεων και αποτελεσμάτων πήγαινε χέρι χέρι με την αθωότητα με την οποία εκφράζονταν οι μεν και γίνονταν αποδεκτά τα δε. Βάλθηκε να γράψει μια φράση που θυμόταν από ένα απ’ τα αγαπημένα της βιβλία, όταν στάθηκε κι έστρεψε το βλέμμα προς την πόρτα. Άφησε την πένα πάνω στο χαρτί κι έμεινε να κοιτάζει σιωπηλή.
Στη Βαρκελώνη, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, ο Ντανιέλ Σεμπέρε δεν είναι πια εκείνο το αγόρι που η ζωή του θα άλλαζε μέσα στους διαδρόμους του Κοιμητηρίου των Λησμονημένων Βιβλίων. Το μυστήριο του θανάτου της μητέρας του, της Ισαβέλας, έχει ανοίξει στην ψυχή του μιαν άβυσσο, από την οποία προσπαθούν να τον σώσουν η σύζυγός του Μπέα και ο πιστός του φίλος, ο Φερμίν. Και πάνω που ο Ντανιέλ πιστεύει πως απέχει μόλις ένα βήμα από τη λύση του αινίγματος, μια συνωμοσία με ρίζες πολύ πιο βαθιές και σκοτεινές απ’ ό,τι θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί απλώνει τα δίχτυα της ξεκινώντας από τη ρίζα του Καθεστώτος. Τότε ακριβώς εμφανίζεται η Αλίθια Γκρις, ένα πλάσμα γεννημένο απ’ τις σκιές του πολέμου, για να τους οδηγήσει στην καρδιά του σκότους, αποκαλύπτοντας τη σκοτεινή ιστορία της οικογένειας… αν και με τρομερό τίμημα.
Ο ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΩΝ είναι ένα συναρπαστικό αφήγημα γεμάτο πάθη, συνωμοσίες και περιπέτειες. Μέσα από τις σελίδες του οδηγούμαστε στο μεγάλο φινάλε της σάγκας που ξεκίνησε με τη ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΑΝΕΜΟΥ και που εδώ εξελίσσεται σε όλη της την ένταση και το βάθος, ενώ συγχρόνως αποτελεί μέγιστο ύμνο στον κόσμο των βιβλίων, στην τέχνη τού να αφηγείται κανείς ιστορίες και στον μαγικό δεσμό ανάμεσα στη λογοτεχνία και τη ζωή.