Δε φορούν βατραχοπέδιλα, δεν είναι βατραχάνθρωποι.
Θέλουν να γίνουν άνθρωποι, μα δεν τα καταφέρνουν.
Είναι πρόσωπα Θεού σκυμμένα και διωγμένα·
έρχονται από μακριά, κι απ’ το πολύ περπάτημα ξέχασαν να μιλούν.
Είναι βαριά τα πόδια τους, τα παπούτσια τους μεγάλα – έξι νούμερα ή εφτά μεγαλύτερα απ’ τα πόδια.
Κι όλο χάνουν τη γραμμή. Κι έρχονται χιλιάδες, «ολοένα περισσότεροι μαζί με τους αιώνες».