Μπορούμε να γυρίσουμε πίσω το ρολόι, σ’ εκείνη τη στιγμή που
διαπράξαμε το θεμελιώδες λάθος; Είναι η ζωή κύκλος αιώνιας
επανάληψης, ή μοναδική παράσταση χωρίς σενάριο και χωρίς
πρόβα; Τρεις κόρες χαμένες, η Αρετή, η Σιράν, η Ευρυδίκη. Τρεις
και μυριάδες αποχωρισμοί, και το αβέβαιο χώμα της πατρίδας.
Ένας διευθυντής μουσείου αναγκάζεται να θάψει τα αρχαία
αγάλματα, και ο Νικόλας, άνεργος και ανέστιος στα σαράντα,
αποφασίζει να πραγματοποιήσει το ταξίδι με το τρένο από το
Βελιγράδι μέχρι το Βερολίνο, αυτό που δεν είχε τολμήσει στα
είκοσι. Ανακαλύπτει από την αρχή το νόημα του οικείου και
του ξένου, και συναντά, χωρίς ποτέ να το μάθει, το παρελθόν
του, σε μια περιπλάνηση που κάνει τον ξενιτεμό να μοιάζει
γυρισμός.
«...για δες, πάντα χαμένοι οι Έλληνες, αναγκασμένοι να σκύβουν
κάτω, να γυρνάνε πίσω, κάτω στη γη τους, πίσω στους γονιούς
τους, πίσω στα παιδιά τους, οι Έλληνες είναι δεμένοι με κάτι
από τα παλιά, και την ελευθερία τη βλέπουν σαν επανάληψη
του αρχαίου μεγαλείου, της μητρικής αγκαλιάς, της ανοιχτής
θάλασσας που τους καταπίνει στο τέλος και τους αποθέτει
στον βυθό της ιστορίας, εκεί όπου αισθάνονται σαν στο σπίτι
τους, παρέα με σκουριασμένες περικεφαλαίες και σπασμένα
κιονόκρανα, πρασινισμένα από την υγρασία...»
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΝΑ ΑΠ