Η γκουβερνάντα, φτωχή κόρη ενός πάστορα, διαβάζοντας μια αγγελία έρχεται σ’ επικοινωνία με το μελλοντικό αφεντικό της και σύντομα αναλαμβάνει χρέη παιδαγωγού. Ο γοητευτικός κύριός της, της έθεσε έναν όρο˙ να μην τον ενοχλήσει ποτέ. Η κοπέλα καταφθάνει στο εξοχικό σπίτι, γοητεύεται από τη γνωριμία με τη μικρή της μαθήτρια, ενώ ύστερα από δύο μέρες γνωρίζει και τον νεαρό μαθητή της ο οποίος επιστρέφει από το σχολείο στο οποίο φοιτούσε, έχοντας αποβληθεί εξαιτίας της διαγωγής του.
Σταδιακά, η γκουβερνάντα αρχίζει να βλέπει φασματικές παρουσίες που δεν γνωρίζει και καταλήγουν να γίνουν για την ίδια εμμονή. Εγκλωβισμένη σε ένα παιχνίδι νοητικών παραδοξοτήτων, μυστηριωδών σκιών και μεταφυσικής ατμόσφαιρας, παρακολουθεί το φανταστικό να εισβάλλει στην καθημερινότητα και να της επιβάλλεται ως μία πιθανή εκδοχή της πραγματικότητας.
«Το σημαντικό», έγραφε ο Χένρι Τζέιμς στα Σημειωματάριά του, «είναι να παρουσιάσει κανείς το θαυμαστό και το παράξενο περιοριζόμενος σχεδόν αποκλειστικά στο να δείξει την αντανάκλασή τους πάνω σε μιαν ευαισθησία, αναγνωρίζοντας ότι το κυριότερο στοιχείο συνίσταται σε κάποια δυνατή εντύπωση που προκαλούν και η οποία γίνεται έντονα αισθητή».
Το Στρίψιμο της Βίδας γράφτηκε το 1898 και θεωρείται ένα από τα κορυφαία πεζογραφήματα του Τζέιμς, όπου εναλλάσσονται το πραγματικό και το υπερπραγματικό, η αίσθηση και η παραίσθηση, η αγωνία, η υπαινικτικότητα και ο ίδιος ο φόβος του θανάτου…