Καθώς σκύβω δίπλα στη φωτιά
μες στο καπνισμένο δωμάτιο
τα ρούχα των περαστικών που φαντάζομαι
μυρίζουν κρεμμύδι και βρεγμένο ξύλο
Είναι μια τρύπα που μέσα της ακινητοποιείται η σκόνη
και ξεχνιέμαι στον ουράνιο θόλο
Σαλεύει η μούχλα του τοίχου
Μόνο ο χειμώνας ταιριάζει σ’ αυτόν τον τόπο
και συντονίζομαι με το αντικείμενό μου
Φυλάω στα μάτια μου τον παλμό του
Νομίζω ότι βυθίζομαι και ότι
δεν υπάρχω.