Ήταν 27 ετών, παντρεμένη και διηύθυνε ένα κατάστημα με γούνες στη Θεσσαλονίκη, όταν εκτοπίστηκε στο Άουσβιτς, τον Απρίλιο του 1943. Η Λίζα Πίνχας (1916-1980) έχασε πάνω από 100 συγγενείς στο Ολοκαύτωμα. Η ολόψυχη δέσμευσή της να σώσει τη νεότερη αδελφή της Μαρί και να δράσει ως αυτόπτης μάρτυρας της Γενοκτονίας -αν κατάφερνε να επιβιώσει από την κόλαση- έδωσαν στη Λίζα τη δύναμη να επιζήσει. Άουσβιτς, Ρέχλιν, Ράβενσμπουρκ, πορείες θανάτου, Μάλχωβ, απελευθέρωση το 1945 και ύστερα από όλα αυτά επιστροφή σε μία πόλη που δεν θρηνούσε τον αφανισμό της κοινότητας των Εβραίων. Στη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη, η Λίζα ζει με τις τραυματικές εμπειρίες των στρατοπέδων, με θυμό, ενοχές και απόγνωση, συναισθήματα που επεξεργάζεται με αξιοπρέπεια και σοφία, καθώς αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο σε θέματα αποζημιώσεων, μνήμης και εκπαίδευσης. Για να γνωρίζεις πρέπει να θυμάσαι, ήταν ένα από τα πιστεύω της Λίζας. Τριάντα χρόνια έγραφε και ξανάγραφε τις αναμνήσεις της -μία συγκλονιστική μαρτυρία της κόλασης των στρατοπέδων συγκέντρωσης, όπου η ανθρωπιά είχε σχεδόν χαθεί. Η Λίζα αφηγείται ευσυνείδητα, με μεθοδικότητα και θάρρος, την αργή εξόντωση των κρατουμένων μέσω της σκληρής εργασίας, τα ιατρικά πειράματα, τις πράξεις σαδισμού, τη σεξουαλική κακοποίηση, την αρρώστια και την πείνα, όσο τα πτώματα των δηλητηριασμένων από τα αέρια θυμάτων καιγόντουσαν στα κρεματόρια. Η αφήγησή της έχει μία σπάνια ποιότητα ηθικής ειλικρίνειας. Eκατομμύρια κρατούμενοι πάλεψαν να διατηρήσουν την ανθρωπιά τους, ενώ έκαναν επώδυνους συμβιβασμούς για να μείνουν ζωντανοί άλλη μια μέρα. Η τοποθέτησή της στο Κομάντο Κάναντα, μια αποθήκη όπου ξεδιαλέγονταν και ταξινομούνταν τα υπάρχοντα των Εβραίων που είχαν πεθάνει στους θαλάμους αερίων για να αποσταλούν στη Γερμανία, ήταν κατά κάποιο τρόπο ευλογία. Διακινδυνεύοντας τη ζωή της, η Λίζα έκλεβε και αντάλλασσε πολύτιμα αντικείμενα με τρόφιμα και φάρμακα. Μετά τον θάνατο της Λίζας, η ανιψιά της, Νανά-Μαζαλτώβ Μωυσή, κατέθεσε το αδημοσίευτο χειρόγραφο στο αρχείο του Μουσείου. Η μαρτυρία της Λίζας εκδίδεται σε τρεις γλώσσες. Σε μία εποχή αυξανόμενου αντισημιτισμού και ρατσισμού, η δραματική εξιστόρηση των φρικαλεοτήτων που διαπράττονταν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, καθώς επίσης και η μεταπολεμική ιστορία της Λίζας Πίνχας αποτελούν απαραίτητη και επίκαιρη συμβολή, στο να κατανοήσουμε την θυματοποίηση και τη μεταπολεμική πραγματικότητα, όπως τη βίωσαν οι Εβραίοι -άνδρες και γυναίκες. Καθώς οι ελάχιστοι εναπομείναντες αυτόπτες μάρτυρες εκλείπουν, και ταυτόχρονα, το βαθιά ανησυχητικό μίσος εναντίον των Εβραίων θεριεύει, τα λόγια της Λίζας: "Μην ξεχνάτε... μην ανοίγετε δρόμος στη λήθη" αποκτούν νέο νόημα και σπουδαιότητα.