Κάτω από το τελευταίο φως της ημέρας, το μικρό κοιμητήρι φαντάζει γαλήνιο, χωρίς ίχνος μελαγχολίας.
Από την άκρη μιας ταφόπλακας αγναντεύω τον κάμπο με τα λιόδενδρα και τους χαμηλούς λόφους στο βάθος. Τα δάκτυλά μου ψάχνουν την τραχειά επιφάνεια της πέτρας, σταματούν στο χαραγμένο όνομα, το ψάχνουν, το διαβάζουν.
Αυτός ο άνθρωπος ήταν φίλος μου.
Μοιραστήκαμε ένα διάστημα δυνατά αισθήματα και ανθρώπινες αδυναμίες.
Η σκέψη πως χάθηκε, με λιγοστεύει.