Η απαγόρευση των κληρονομικών συμβάσεων εισάγει απόκλιση από την αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων. Η εν λόγω αρχή πράγματι γνωρίζει όρια και υπόκειται σε περιορισμούς. Ωστόσο, κάθε εξαίρεση είναι απαραίτητο να θεμελιώνεται σε πειστικά επιχειρήματα. Αντικείμενο της μονογραφίας αποτελεί η αναζήτηση και επανεκτίμηση του δικαιολογητικού λόγου της απαγόρευσης, ο προσδιορισμός του πεδίου εφαρμογής της, καθώς και η εξέταση εναλλακτικών τρόπων με τους οποίους ο `κληρονομούμενος` μπορεί να επιτύχει την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του, ιδίως όταν αποσκοπεί στην κτήση ανταλλάγματος έναντι της κατά τον χρόνο του θανάτου του διάθεσης της περιουσίας του. Το εν λόγω ζήτημα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς δεν είχε μέχρι τώρα καταστεί αντικείμενο διεξοδικής επεξεργασίας στη νομική θεωρία. Η βασική θέση που διατυπώνεται στη μονογραφία συνίσταται στο ότι, εν όψει των ανωτέρω θεμιτών εναλλακτικών, η απόλυτη απαγόρευση των κληρονομικών συμβάσεων δεν είναι ούτε σκόπιμη, αλλά ούτε και λυσιτελής.
Πιο συγκεκριμένα, η επεξεργασία του θέματος επιχειρείται ως εξής: Στην εισαγωγική ενότητα επισημαίνεται η σημασία του σχεδιασμού της μετά θάνατον τύχης της περιουσίας του προσώπου, εν όψει των σύγχρονων κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών. Στη συνέχεια η ανάλυση επιχειρείται σε δύο κύρια μέρη: Στο πρώτο κύριο μέρος εξετάζεται η εν γένει προβληματική των κληρονομικών συμβάσεων, με αναζήτηση του δικαιολογητικού λόγου της απαγόρευσης, ιστορική και συγκριτική επισκόπηση του ζητήματος καθώς και ανάλυση της έκτασης της απαγόρευσης των κληρονομικών συμβάσεων στο ελληνικό δίκαιο και των συνεπειών της. Το δεύτερο κύριο μέρος είναι αφιερωμένο στην αναζήτηση θεμιτών εναλλακτικών δυνατοτήτων για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κληρονομουμένου και στη χάραξη των ορίων της καταστρατήγησης της απαγόρευσης. Στο επίκεντρο της ανάλυσης βρίσκονται οι περιπτώσεις προσώπων που έχουν μεν ακίνητη περιουσία, από την οποία δεν επιθυμούν να αποξενωθούν όσο ζουν, όμως στερούνται ρευστότητας. Ειδικότερα εξετάζεται η δυνατότητα μεταβίβασης ακινήτου λόγω πώλησης, ισόβιας προσόδου ή παροχής υπηρεσιών ή διατροφής σε είδος, με παράλληλη διατήρηση του δικαιώματος χρήσης του ακινήτου. Ως πρόσθετη εναλλακτική επισημαίνεται η δυνατότητα σύναψης δανείου ασφαλιζόμενου με ‘αντίστροφη υποθήκη’. Πρόκειται για νέο θεσμό που, αν και δεν είναι ακόμα γνωστός στην Ελλάδα, έχει εξαπλωθεί σε χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης και εμφανίζει μεγάλη δυναμική για το μέλλον. Στην τελευταία ενότητα εξάγονται τα συμπεράσματα της ανάλυσης και διατυπώνονται σκέψεις για την περαιτέρω διάπλαση του δικαίου στο υπό εξέταση ζήτημα.