«Υπάρχουμε και πάλι.
Είμαστε γύρω σου, δίπλα σου,
κοντά σου. Και θα είμαστε για πάντα!
Αρκεί μονάχα να μας αφήσεις,
και αν καταφέρεις να μας δεις,
τότε θα σε φέρουμε σε έναν κόσμο μαγικό.
Στον δικό μας κόσμο.
Στον κόσμο της Φέυμπλαντ...»
Με τον ερχομό της νύχτας οι Υάδες ξεπροβάλλουν στον ουρανό και τραγουδούν για να κάνουν όλοι ύπνο γαλήνιο. Πιο πολύ όμως τραγουδούν για την Κυρά της Θάλασσας... Κανείς τους δεν θέλει να ξυπνήσει. Η σελήνη εκεί δεν είναι όπως εδώ. Εκεί έχει μορφή. Είναι μια μορφή που χορεύει στα αστέρια, σκορπίζει ασημόσκονη στα χιονισμένα βουνά και κολυμπάει γυμνή στη θάλασσα. Κάνει βουτιές από τον καταρράκτη και δεν φοβάται τίποτα. Είναι σαν μωρό παιδί που δεν φοβάται τίποτα. Μόνο ο ήλιος τη μαλώνει το πρωί για τις αταξίες της και εκείνη κρύβεται. Αλλά δεν του κρατάει κακία γιατί τον αγαπάει πολύ.