Μετά το πρώτο κρασί, ο καθηγητής μοίρασε στους φοιτητές του ένα τυπωμένο χαρτί. Στο καθένα από αυτά βρισκόταν και ένας γρίφος, ένα αίνιγμα ή ένα γνωμικό που ζητούσε ερμηνεία. Έγινε το μοίρασμα και καλά στην τύχη, αλλά τυχαίο δεν ήταν που ο Αρίστος έπρεπε να ερμηνεύσει το "Σκιάς όναρ άνθρωπος" και η Μαρία το "Amantes sunt amentes".
Του είχε πέσει το δυσκολότερο του Αρίστου. Όταν ήρθε η σειρά του, σηκώθηκε και με επαρμένο ύφος είπε ότι, κατά πρώτον, δεν ήταν φιλόλογος, αλλά του Πολυτεχνείου. Ως Έλλην όμως δεν μπορούσε παρά να γνωρίζει το στίχο αυτόν του Πίνδαρου καθώς και την ερμηνεία του. Βαρύγδουπη εισαγωγή σε βαρύγδουπα γερμανικά του γραπτού λόγου προς εντυπωσιασμό. Κοιτώντας μια τον καθηγητή και μια τη Μαρία, εξήγησε ότι ο άνθρωπος είναι το όνειρο μιας σκιάς και ότι η σκιά ονειρεύεται αυτό που δεν μπορεί να φτάσει.
[Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου]