Η αρχή των πραγμάτων, περί των οποίων θα γράφω, χάνεται εις το βάθος του χρόνου, όταν η πολιτεία Ελλάς τελούσε (και τελεί, αλλ` αυτό είναι θέμα για μια άλλη περίσταση) υπό αναγκαστική διαχείριση και ο καπιταλισμός της θα μπορούσε να ονομαστεί `παρασιτικός` -έζησα τον θρίαμβό του στον επαγγελματικό μου βίο· κάντε υπομονή, έχει ενδιαφέρον-, πριν τον ονομάσουν οι εν εσπερία σπουδάζοντες, λίγο νεότεροί μου/μας `δύσμορφο`, και τη δημοκρατία του -όταν κατά άτακτα διαστήματα συνέβαινε- στιγμιαία [...].
Όμως είπαμε, ή δεν το είπαμε ξεκάθαρα, το παρόν πόνημα αποκρούει καταστατικά την αυτοβιογραφία και δεν προτίθεται κάλπικα να παραστήσει την αντι-βιογραφία, σε καιρούς που το `αντί` παραμένει της μόδας, ενώ τα περισσότερα αντί αντιπροσωπεύουν επαναστάσεις δωματίου, και τα λιγότερα το υποδύονται, ενώ συμβαίνει απλώς εν κρανίω τους. Και αν το δεύτερο πολλοί θα βρεθούν να το χλευάσουν, για το πρώτο όμως, το ότι πολλές -ή όλες;- επαναστάσεις αυτοαναιρέθηκαν, λίγοι θα το αποδεχθούν. Είναι οι έχοντες ελπίδα. Ας την έχουν· δική τους η εφεύρεσή της. Υποθέτω πάντως ότι οι έχοντες ελπίδα δεν θα έχουν λόγους να διαβάσουν το παρόν κείμενο. Δεν πληγώνομαι, αυτά έχει η ζωή.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]