Το βιβλίο αυτό είναι το πρώτο που έγραψε ο Γλαύκωψ περίπου κατά την δεκαετία 1980 ακούγοντας μουσικές των Cramps, Bauhaus, Tuxedomoon, Birthday Party, Stooges, Bowie, Ultravox και άλλων της δεκατίας των 80ς.
Πολλά σημεία έχουν γραφτεί ακόμα και μέσα στην παλιά Rebound στα καφέ της Φωκίωνος Νέγρη και στην Πλάκα πριν ανακατασκευαστεί και κάτω στην σπηλιά κάτω από τον Αρειο Πάγο στην Ακρόπολη όπου καμιά φορά ξεχασμένος γράφοντας έμενε εκεί.
Μέρη του κειμένου έχουν γραφτεί και στο Αστυνομικό Τμήμα της Πλάκας όπου είναι γνωστό ότι τότε σεχδόν κάθε μέρα μάζευαν πολλούς για αυτήν την δήθεν εξακρίβωση -δεν πειράζει τελικά, όλες αυτές οι άχρηστες ώρες είχαν κάποιο αποτέλεσμα σαν αυτό.
Είναι το εφηβικό του φτύσιμο προς όλα αυτά που συνάντησε καθώς άρχισε να βλέπει γύρω του έναν εφιάλτη περιορισμών και άδικων νόμων γραμένων και άγραφων. Περιέχει ένα ποίημα σε 30 μέρη (κεφάλαια). Έχει περάσει από τα γραφεία σχεδόν όλων των μεγάλων και μικρών εκδοτών αλλά όλοι αρνήθηκαν να το τυπώσουν. Το βιβλίο αυτό εκδίδεται συνεχώς από τότε και πέρασε τα 8000 αντίτυπα σε 6 εκδόσεις, χωρίς καμία κριτική και κανέναν καλό λόγο από δημοσιογράφους και άλλους κόκορες καθοδηγητές των μαζών για το τι είναι καλό και τι όχι -αν περιμέναμε από αυτους χαθήκαμε!
Και μετά από αυτήν την περιπέτεια των 40 ετών έφτασε το κείμενο και στο internet ως ebook διότι υπάρχουν άνθρωποι που το αγαπούν και το φροντίζουν. Ο λόγος είναι ονειρικός παράλογος και εφιαλτικός σε πολλές περιπτώσεις. Θα μπορούσαμε τολμηροί να το συγκρίνουμε με τα Άσματα του Μαλντορόρ του Λωτρεαμών και κάποια ποιήματα του Αντονέν Αρτώ.