`ΔΕΗΣΗ`:
Πολύβουο το σμήνος των περαστικών,
ο κόσμος τρέχει, αναθαρρεί, οσφραίνεται, χάνεται
μέσα στο γκρίζο του πολύχρωμου που φεύγει σκηνικού της πόλης.
Μα μια μορφή ασκητική ανάμεσα στα αγρίμια της ρουτίνας
της πολλής,
της συνήθειας της κεκτημένης, του άπιαστου παρόντος,
της βασιλείας του ανούσιου,
μες το δρόμο εκείνη σιωπηλή στέκει.
Σκύβει ευλαβικά, το πεζοδρόμιο φιλά, την κεφαλή της γέρνει.
Μάτια θολά της μέθεξης, ψυχή σβηστή και η σύριγγα στο χέρι.