Με ποια προσέγγιση θα πρέπει να νοήσουμε την πόλη; Ήδη στους Έλληνες συγκρούονταν, πάνω στην ασπίδα του Αχιλλέα, η εν ειρήνη πόλη και η εμπόλεμη πόλη. Δύο μοντέλα προσφέρονται σ` εμάς: το ανθρωπολογικό, που εστιάζεται στα ήθη και τις δοξασίες, και το ιστορικό, που δίνει προνομιακή θέση στις πολιτικές αποφάσεις και τις πολεμικές συγκρούσεις. Η Nicole Loraux υποβάλλει σε κριτική την σύγχρονη ανθρωπολογία της αρχαίας Ελλάδας. Μήπως αυτή η τελευταία «ξαναψύχρανε» την ελληνική πόλη, εστιάζοντας την προσοχή στο κέντρο, το μέσον, την εξισωτική κατανομή και την εναλλαξιμότητα των πολιτών, εξαλείφοντας κοντολογίς το πολιτικό στοιχείο ή εννοώντας το μόνο υπό την επίδραση του Ενός και αδιαίρετου; Μήπως είναι καιρός να αντιστραφεί η τάση, να προβούμε σε μια «αναθέρμανση» της πόλης, αποσπώντας την από την ακινησία, για να τη δούμε πλέον σε κίνηση, επανεισάγοντας τη σύγκρουση μέσα στους κόλπους της; Με ποιο τρόπο το Εν διχάζεται σε δύο; Η στροφή του βλέμματος συνεπάγεται αναγκαία το μετασχηματισμό του αντικειμένου. Ακόμη, η Nicole Loraux επιχειρεί να ανασύρει, κάτω από την ανυψωμένη σε μια ωραία ιδεατή ολότητα ελληνική πόλη, την Αθήνα στην καθημερινή της πραγματικότητα. Επίσης, ανακαλύπτει ξανά, σε αντίθεση με τη σιγή και την απόκρυψη με τις οποίες κινείται η ελληνική πολιτική, τη διχόνοια, την κατάσταση ανταρσίας που ονομαζόταν στάσις. Να εξετάσουμε την Αθήνα υπό το πρίσμα της στάσεως, αυτή είναι η ανανεωτική, και εικοκλαστική μάλιστα, επιλογή της «Διχασμένης πόλης». Η στάσις, που τυλίγει την πόλη ολόκληρη, όχι μόνο δεν είναι καθαρός παραλογισμός, αλλά αντιθέτως φανερώνει την αμφισημία της τάξης πραγμάτων της πόλης: το κοινό δεν έχει την πηγή του στη διχαστική πράξη; Παράδειγμα γι` αυτό η αμνηστία του 403 π.Χ., που μέσω της «εξάλειψης των δεινών» επιχειρεί να ξεπεράσει τη συγκρουόμενη κοινότητα. (...)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]