Και όλ` αυτά τα διατρέξαντα, ακόμη και τα διατρέχοντα ασθματικά και επικίνδυνα, χαράζουν την ατέλειωτη γραφή του αίματος, τη ζωγραφίζουν όχι επισταμένως, αλλά σαν ένα σχεδόν τυχαίο γεγονός, μάλλον μιαν αρμαθιά από γεγονότα, που... δεν τελειώνουν, ούτε τελειώνονται ποτέ, δεν τελειούνται δηλαδή ουδέποτε. Κι από την άλλη, αρχίζουνε με τις Γραφές, τις τραγωδίες και τα έπη, ίσως με τον Μακρυγιάννη και τον Μακεδονικό Αγώνα, από ένα φονικό διπλό και μιαν αυτοχειρία, περνάει η γραφή του αίματος από ένα περιπλανημένο, κλεμμένο ορφανό, κατόπιν από τον συνταγματάρχη Μάρκο και τον υιό του Λάζαρο, απ` τον Μαθιό, χαμένο έμπορο και εραστή των ουρανίων, από τον ιατρό Λουκά, τον εσπεραντιστή κι επαναστάτη, από τον Ιωάννη Βροντερό και τις προφητείες του, τις μοίρες, και τις λίμνες με το σιδερόνερο, και από χίλια άλλα πρόσωπα και είδωλα, για να βρει δρόμο, μα χωρίς κατάληξη, στην πολύπαθη Αναστασία ή Νατάσα, κόρη της επίσης ορφανής ειρήνης Ελισάβετ Βέτας. Είναι μια γραφή, η τελευταία ίσως, του Νίκου Μπακόλα, όπου ο μύθος κι η αλήθεια, το πραγματικό και το φανταστικό (τώρα και το μεταφυσικό), το αρχέγονο και το νέο, το ιστορικό και το θρυλούμενο, δένονται σ` ένα μοιραίο δίχτυ, αξεδιάλυτο πολλές φορές, ραντισμένο με μαγείες κι άλλα τέτοια θελκτικά μυστήρια.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]