Πέρασαν 40 χρόνια από τότε. Δεν έχω σκοπό να ξύσω πληγές που άφησαν οι εξορίες και όλα τα γεγονότα του καιρού εκείνου. Παρουσιάζω αυτή την εικαστική μαρτυρία της εξορίας μου για να δώσω αυτά τα σχέδια συγκεντρωμένα, μια και δείχνουν με τον τρόπο τους μια πλευρά της εποχής εκείνης. Θα ήθελα ακόμα να συμπληρώσω με το κείμενό μου αυτό ό,τι δεν «καταγράφηκε» στα σχέδι`α μου. Δεν ήταν βέβαια μια εξορία σαν τη Μακρόνησο ή τη Γυάρο, ήταν όμως η στέρηση της ελευθερίας. Το ξερίζωμα. Ένα σκαλοπάτι πριν τη φυλακή. Σεπτέμβριος του 1948. Ένα παλιό φορτηγό καράβι μας πήρε απ’ τον Πειραιά και, αφού φόρτωσε και άλλους από Βόλο και Θεσσαλονίκη, μας έφερε στην Λήμνο και νά ’μαστε τώρα, συνολικά καμιά 150αριά πολιτικοί εξόριστοι, στο Κοντοπούλι. Ένα μικρό χωριό, φτωχικό, απόμακρο, ξεχασμένο από το Θεό, που λένε. (...) Ανάμεσά μας ήταν άνθρωποι λογιώ-λογιώ. Απ’ όλες τις ηλικίες κι απ’ όλα τα επαγγέλματα. Από 16 χρόνων μέχρι 25 και από τσομπάνηδες μέχρι επιστήμονες. Όμως όλοι είχαν το ίδιο κουσούρι. Δεν έβαζαν εύκολα την υπογραφή τους όπου νά ’ναι... Ακόμα, είχαμε την τύχη να είναι μαζί μας ο Γιάννης Ρίτσος. Δεν είναι υπερβολή ότι με επίκεντρο αυτόν, ζήσαμε τη χαρά μιας πολιτιστικής ζωής. (...)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]