Η Μονή της Παναγίας Σουμελά υπήρξε ανά τους αιώνες σημείο αναφοράς για τον Ελληνισμό του Πόντου. Αυτοκράτορες και ιεράρχες, άρχοντες και απλοί πιστοί ανηφόριζαν προς το περίφημο μοναστήρι με τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας για να την προσκυνήσουν, να επικαλεσθούν τη χάρη της, να ζητήσουν τη βοήθεια της ή να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους για τις δωρεές που είχαν απολαύσει. Συχνά τα αιτήματα και η έκφραση ευγνωμοσύνης για τα θαύματα της Παναγίας συνοδεύονταν από αναθήματα και αφιερώματα στην εικόνα και στη Μονή της. Η ευσέβεια των προσκυνητών, αλλά και η φιλοκαλία των μοναχών πλούτισε το ιστορικό μοναστήρι με καλλιτεχνήματα διαφόρων εποχών. Εικόνες, ιερά σκευή, λατρευτικά αντικείμενα, έργα υπέροχα βυζαντινής και μεταβυζαντινής μικροτεχνίας, αργυροχοΐας και κεντητικής, φυλασσόταν στη Μονή και εξυπηρετούσαν τις λειτουργικές της ανάγκες. Και όλα αυτά έκρυβαν μέσα τους πολλές ιστορίες: την ιστορία των πιστών που με αγάπη τα αφιέρωσαν, την ιστορία των ευλαβών τεχνιτών που με κόπο και ζήλο τα φιλοτέχνησαν, την ιστορία της ίδιας της Μονής και ταυτόχρονα και την ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού. Και όπως όλες οι ιστορίες έτσι και αυτές υπήρξαν και υπάρχουν αδιάψευστοι μάρτυρες του γεγονότος ότι ακόμη και σε χρόνους δύσκολους για τον Ελληνισμό η καλλιτεχνική δραστηριότητα των Ελλήνων του Πόντου όχι δεν κάμφθηκε, αλλά αντίθετα προσέφερε δείγματα υψηλής ποιότητος και ανυπέρβλητης κομψότητος, και ακόμη ότι το καντήλι της πίστεως και της ευσέβειας δεν έσβησε ποτέ, αλλά συνέχισε να καίει και να θερμαίνει τις ψυχές των ανθρώπων. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]