Παράξενο, μα ξαφνικά ήθελε να τον ρωτήσει για το ραντεβού του. Φοβόταν. Ήταν η πρώτη φορά. Κι αν τον απέρριπταν; Δεν θα το άντεχε. Την αγαπούσε με πάθος. Τις νύχτες πεταγόταν από το κρεβάτι, μπορεί να φώναζε και τ` όνομά της ακόμα.
Κοντοστάθηκε κάνοντας πως κοιτάζει τη βιτρίνα με τα χειροποίητα ασημικά, ώσπου να τελειώσει το διάλογο ο παράξενος διαβάτης και να κλείσει την πόρτα.
"Συγνώμη. Πηγαίνω καλά για το Κάστρο;" ρώτησε τάχα δεν ήξερε.
"Δύσκολο δρόμο έχεις", είπε ο άγνωστος σηκώνοντας σε αρνητική έκφραση τα φρύδια, σαν να έβλεπε κάτι μπροστά του. "Κάποτε..." έκανε χαμογελώντας λυπημένα και χάθηκε στο πρώτο σκοτεινό δρομάκι.
"Κάποτε;" αναρωτήθηκε. "Τι να σημαίνει άραγε;"
Έκανε ακόμα δυο βήματα και στάθηκε πάλι.
"Οι σημαδεμένοι έχουν χάρισμα", του είχε πει κάποτε η μητέρα του...