Πως γίνεται και ξάφνου, μες τη νύχτα, φυτρώνει σ’ έναν κήπο μια οξιά, δίχως κανείς να την φυτέψει; Κι όμως. Στο σπίτι της αοιδού Σοφίας Συμεωνίδη, γίνεται. Κι εκείνη χάνει τον ύπνο της. Κι ύστερα εξαφανίζεται. Κανείς δεν την αναζητά, ούτε κι ο ίδιος της ο άνδρας.
Τέσσερις γείτονές της, ιδιόρρυθμοι εργένηδες, ξεσκεπάζουν αποτρόπαια εγκλήματα κι ανακαλύπτουν τις ρίζες της οξιάς, βυθισμένες για δεκαπέντε χρόνια στο μίσος και τον φθόνο...
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]