Ο προσδιορισμός `παιδική` πλάι στο ουσιαστικό `λογοτεχνία` μπορεί να μην υποβαθμίζει την εκτίμησή μας γι` αυτό το χώρο. Το επίθετο εδώ, όσο και αν παραπέμπει σε μιαν ηλικία με τις δικές της ανάγκες, δεν παύει ν` αντλεί τη βαρύτητά του από το γεγονός ότι ανάγεται, πρωταρχικά και τελικά, στο (παν)ανθρώπινο. Όπου η ηλικία δεν είναι μόνο υπόθεση ημερολογίου αφού και ως μνήμη του χαμένου χρόνου ή ως ταξίδι στο άγνωστο, είναι δυνατόν ν` ακυρώνει βιολογικές αντιπαραθέσεις. Το ενιαίο του χώρου επιβάλλει και το ενιαίο της προσέγγισης, μέσα από τη διαλεκτική / διαλογική σχέση γλώσσας - λογοτεχνίας, ελληνικής - ξένης λογοτεχνίας, προφορικού - γραπτού λόγου, κειμένου - αναγνώστη. Οι ρόλοι συγγραφέα, μαθητή, δασκάλου μέσα στην ανάγνωση / απόλαυση / παραγωγή του κειμένου δεν είναι πάντα προκαθορισμένοι. Την κατανομή τους ανανεώνει κάθε φορά η ίδια φύση της γλωσσικής επικοινωνίας: ο πομπός και ο δέκτης λειτουργούν εναλλακτικά και παλινδρομικά στο ταυτόχρονο της φωνής / ακρόασης ή το ετερόχρονο της γραφής / ανάγνωσης. Η ανάγνωση είναι και δυνάμει γραφή όπως η γραφή είναι και ενεργεία ανάγνωση. Έτσι το `παιδικό` ως οπτική γωνία, με την εμπλοκή του στο `λογοτεχνικό` ως πράξη ζωής, μπορεί να εξουδετερώσει τη χρήσιμη κι επιβεβλημένη από πολλές απόψεις αλλά άβολη συχνά διάκριση, μεταξύ της παιδικής και της άλλης λογοτεχνίας. «Η γραφή είναι (και) μια παιδική ηλικία σ` επιμήκυνση».
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]