(. . .) Ιστορίες για αντικείμενα κι ανθρώπους που χάθηκαν. Ξεχάστηκαν σ` ένα λεωφορείο, σ` ένα πλοίο, σ` ένα σπίτι, σ` ένα κορμί. Χορεύοντας σε άδειους δρόμους, με δυνατή μουσική. Λιώνοντας σαν το χιόνι, περιμένοντας σ` ένα αυτοκίνητο ή χαϊδεύοντας φανταστικές εικόνες, η ζωή αθροίζεται αφαιρετικά. Ό,τι χάνεται θυμίζει λίγο από θάνατο. Από γεύση παιδική, από προσμονή. Έτσι κι αλλιώς είμαστε οι απώλειές μας. Ζούμε μέσα από αυτές και γι` αυτές, προσδοκώντας να βιώσουμε καινούργιες, για να έχουμε να διηγούμαστε. «Θυμάσαι, τότε, που. . .». Και τα απολεσθέντα αντικείμενα; Ποια μοίρα τα περιμένει; Που πηγαίνουν αφού φύγουν από μας; Σε μια άλλη ζωή ή στην ανυπαρξία; Δεν θα μπορούσα να γνωρίζω, κι ούτε θα το ψάξω. Αν ξανασυναντήσω κανένα, θα κάνω ότι δεν το γνώρισα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]