«Σάββατο απόγευμα στο μισοάδειο κέντρο. Ένα χαμένο σκυλί με κόκκινο λουρί περνάει σαν κύριος την Τσιμισκή. Στέκει για λίγο ακίνητο, με το ένα μπροστινό του πόδι στον αέρα. Διστάζει. Έπειτα τραβά τριποδίζοντας πλάγια προς το πάρκο της Αριστοτέλους. Στη γωνία, στο `Ολύμπιον`, το σκυλί στέκεται μπροστά σε δύο πλανόδιους μουσικούς που κάθονται στα εξωτερικά μαρμάρινα σκαλιά του κινηματόγραφου. Στέκει και τους βλέπει ακίνητο, απορημένο: εκείνοι παίζουν -για εικοστή φορά- τα `Κύματα του Δουνάβεως`. Κάποιος περαστικός σταματάει, τους ρίχνει ένα κατοστάρικο. Εκείνοι αρχίζουν, με κουρασμένο πάθος, το `Θέλεις να πεθάνω`; -ή μήπως είναι το αβανταδόρικο `Άγγιγμα ψυχής`;
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]