Σε ηλικία δεκατριών χρόνων ήμουν πολύ έξυπνο παιδί - ένα ασυνήθιστα έξυπνο παιδί, όπως πίστευα τότε. Εκείνη την εποχή έγραψα το πρώτο μου άτεχνο άρθρο σ` εφημερίδα, το οποίο -εντελώς απρόσμενα για μένα- προκάλεσε πραγματική αίσθηση στην κοινότητα. Έτσι έγινε κι εγώ ήμουν ιδιαίτερα υπερήφανος γι` αυτό. Ήμουν ένας δαίμονας του τυπογραφείου και μάλιστα ένας εφευρετικός και εμπνευσμένος δαίμονας. Εργαζόμουν στην εφημερίδα του θείου μου (Το Εβδομαδιαίο Φύλλο του Χάνιμπαλ, δύο δολάρια το χρόνο προκαταβολή και πεντακόσιοι συνδρομητές που πλήρωναν με ξυλεία, λάχανα και ακατάλληλα για πώληση γογγύλια), ο οποίος μια τυχερή καλοκαιρινή μέρα έφυγε από την πόλη για μια βδομάδα και με ρώτησε αν θα μπορούσα να επιμεληθώ με σύνεση την έκδοση ενός φύλλου της εφημερίδας. Αχ! κι αν ήθελα, λέει, να προσπαθήσω! Ο Χίγκινς ήταν ο εκδότης της αντίπαλης εφημερίδας. Τον είχε πρόσφατα εγκαταλείψει η γυναίκα του και μια βραδιά ένας φίλος είχε βρει στο κρεβάτι του κακόμοιρου αυτού ανθρώπου ένα ανοιχτό σημείωμα στο οποίο δήλωνε ότι δεν μπορούσε ν` αντέξει άλλο τη ζωή και θα πνιγόταν στο Μπέαρ Κρικ. Ο φίλος έτρεξε αμέσως εκεί και συνάντησε τον Χίγκινς να βγαίνει μούσκεμα στην ακτή. Είχε αποφασίσει να μη δώσει τέλος στη ζωή του. Για αρκετές μέρες όλο το χωριό συζητούσε γι` αυτή την ιστορία, όμως ο Χίγκινς δεν το είχε υποψιαστεί. Σκέφτηκα πως αυτή ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία. (. . .)
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]