Κατόπιν γενναίων αποφάσεων, η Ρεβέκκα έχει καταφέρει να υιοθετήσει τη στάση «ψωνίζω ό,τι χρειάζομαι» (τις περισσότερες φορές). Άλλωστε όλα στη ζωή της είναι ρόδινα: η δουλειά στον πρωινό τηλεοπτικό καφέ πηγαίνει ρολόι, η σχέση της με τον ωραίο και επιτυχημένο Λιουκ το ίδιο. Κι όταν εκείνος της προτείνει να τον ακολουθήσει στη Νέα Υόρκη, τότε πραγματικά αισθάνεται ευτυχισμένη. Νέα Υόρκη: μουσεία, όπερα, γκαλερί. Η Ρεβέκκα θέλει πραγματικά να τα επισκεφτεί όλα, όμως θα ξεκινήσει από τους ναούς κάθε νέας, κομψής και προχωρημένης γυναίκας που σέβεται τον εαυτό της, δηλαδή τους ναούς της μόδας και της κατανάλωσης. Η Ρεβέκκα ανακαλύπτει πως είναι αδιόρθωτη και πως ψωνίζει, άρα υπάρχει. Υπάρχει, αλλά η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο και οι διορθωτικές κινήσεις μοιάζουν πιο καταστροφικές.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]