Μέσα στην ταραχή των γεγονότων που βλέπουν την δημοσιότητα, μέσα στην προσταγή
του καταναλωτισμού που διατάζει επανάπαυση. Μέσα στα όρια της ελεγχόμενης χλιδής
που η εξουσία προστάζει πι επιτρέπει,
μέσα στη λαίλαπα των αφαιρέσεων που η κατοχική δυναστεία επιβάλλει. Μέσα στον
άνεμο των παρασύρσεων που η Διεθνής δεν επιβλέπει, υπήρξε ένα κύμα ζωής, πνοής, μια
θέληση μικρής αναπνοής, άσκησης, θανάτου,
τόλμης και αγανάκτησης για το όνειρο του καταπέλτη, για τη μάζα που αποβλέπει.
Μέσα από ... Υπήρξε ...
Διαβάζοντας τα κείμενα ξανά και ξανά προσπάθησα να αφαιρέσω μία λέξη ένα κόμμα.
Θέλησα να διανύσω το Σύμπαν, να προσπεράσω την Ελπίδα, να δαμάσω την Πρωτιά.
Δέκα χρόνια κράτησε αυτό το ιστόρημα.
Δέκα χρόνια για να ταλαιπωρήσει τον συγγραφέα του.
Δέκα χρόνια, τόσα λίγα για να μείνει ημιτελές.
Χάρη σου κάνω μάτια μου που βλέπεις το φως της δημοσιότητας.
Χάρη σου κάνω αγέρα μου που σε αφήνω λεύτερο στην Πλάση στην Οικουμένη.
Χάρη σου κάνω πληγωμένε μου έρωτα, που σε τοποθετώ γυμνό στα μάτια της αγαπημένης σου. Της Ποίησης.
Φόβος πνίγει την καρδιά, λατρεία θωπεύει την αγάπη.
Φόβος ήμερος, ίμερος αυθάδης, ιταμός, ο φόβος της Ποίησης.
Φόβος, ο άλλος φόβος, της καρδιάς ενός βιβλίου εξορισμένου και μιας απατηλής ερμηνείας του σύμπαντος.
Είναι η σκέψη αχαμνή και τα νοήματα ορμούν να την κατασπαράξουν.
Είναι η έλλειψη της αυγής που φέρνει τον μύθο της ισότητας να ευημερεί.
Είναι η παύση του αφρού που κομματιάζεται σαν προσπαθεί να φάει τα βράχια της Ιστορίας.
Είναι βρόγχος είναι ρόγχος. Είναι μίσος και ευθύνη η ώρα της έκδοσης.
Το χθες που λάμπει το σήμερα που αναρωτιέται το αύριο που θαμπώνεται. Τίποτα.
Έχω μπροστά μου την Ύλη το Πνεύμα την Νόηση, το Σύμπαν.
Σαν ένα χθες που λάμπει σαν ένα σήμερα που αναρωτιέται σαν ένα αύριο που θαμπώνεται. Τίποτα.
Έχω μπροστά μου την Ύλη, την Φθορά, τον θεό το Νου. Τίποτα.
Αναζητώ αυτό που αναζητάς. Διαβάζω ότι διαβάζεις μελετώ τις σελίδες της ψυχρής συμπόνοιας.
Τίποτα. Τίποτα. Τίποτα.
Το Χαίρε Ύλη είναι μπροστά μου.
Δαμάσκηνο, χυμός, ώσμωση. Το Χαίρε Ύλη διστάζει να σου πει.
Το Χαίρε Ύλη δειλιάζει να σωθεί, να τελειώσει, να αποπλανήσει και να αποπλανηθεί.
Το Χαίρε Ύλη δεν ελπίζει, γνωρίζει ό,τι ο ποιητής του δεν φαντάζεται.
Είναι ημιτελής η σύνθεση. Είναι ημιτελές πόνημα.
Είναι το Χαίρε Ύλη και οι σελίδες του σκληρές και προσαρμόσιμες στο φανταστικό και στο αυλό.
Χαίρε Ύλη μπροστά μου σε έχω και απορώ πως άρχισες πως είσαι.
Χαίρε Ύλη εσύ
Χαίρε Ύλη.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]