Ο Hegel πραγματεύεται μέσα σε 360 παραγράφους τη σχέση φυσικού και θετικού δικαίου, την αλληλεξάρτηση δικαίου και περιβάλλοντος, τη διαφορά μεταξύ εξήγησης και δικαιολόγησης των νομικών θεσμών, την αυτονομία της βουλήσεως, τη συμβολική και τη χρηστική άποψη της ιδιοκτησίας, την ηθική από τη σκοπιά του άλλου ως ηθικότητα, τα στάδια της ηθικής συνειδητοποίησης, τα θεμέλια και τους μηχανισμούς της αστικής κοινωνίας, το σύστημα των αναγκών και τη διαχείριση των γνωμών μέσω της πολιτικής, την κοινωνική πρόνοια και τη διαφήμιση, τις συγκρούσεις των τάξεων και την τυποποίηση της εργασίας, το πρόβλημα της παρουσίας τν νόμων σε γραπτό κείμενο ή εθιμική αφήγηση, την κριτική της δικαστικής λειτουργίας και την αξιολόγηση του θεσμού των ενόρκων, την εκκοσμίκευση και το ρόλο της εκκλησίας, τους τρόπους στελέχωσης της Βουλής και ανάδειξης του ανωτάτου άρχοντος, τις προϋποθέσεις επηρεασμού της κοινής γνώμης και τη ρευστότητα των διεθνών σχέσεων και τις λογικές και κοσμοϊστορικές εποχές του δικαίου και του πολιτισμού. Κυρίως όμως προτρέπει σε μία αυτοσυγκράτηση εξίσου σημαντική με την επιθυμία για αλλαγές, στη συνειδητοποίηση ότι η κοινή γνώμη είναι εύφλεκτη πυριτιδαποθήκη, ότι για να είναι μία μεταρρύθμιση επί τα βελτίω πρέπει πρώτα να εκτιμηθεί η αξία του προϋπάρχοντος και ότι καμία χώρα δεν υπήρξε παράδεισος, ούτε και θα υπάρξει. Ο Hegel περισώζει και διαφυλάττει κι αυτό τον καθιστά πιο επίκαιρο από ποτέ.
Η `Φιλοσοφία του Δικαίου`, το τελευταίο μείζον έργο του Hegel που δημοσιεύθηκε στη διάρκεια της ζωής του, θεωρείται ευρέως το πλέον προσιτό κείμενο του μεγάλου στοχαστή, ενώ από την έκδοσή του (1820) μέχρι και σήμερα δεν έπαυσε να βρίσκεται στο επίκεντρο των φιλοσοφικών και πολιτικών σπουδών, εμπνέοντας ολόκληρες γενεές κορυφαίων διανοητών, μεταξύ των οποίων δε καθοριστικά τον νεαρό Marx στη διαμόρφωση των δικών του κοσμογονικών θέσεων για το κράτος και την αστική κοινωνία.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]