Δώσε στα μάτια σου, λοιπόν, τα καλύτερα τοπία
Όπως εκείνος πού γεννήθηκε και μεγάλωσε
Στη φαντασία ενός ταξιδιώτη πού του άλλαξαν
Το όνομα και τον είπαν Φθινόπωρο
Θέλει από σένα τώρα το αψευδέστερο φρόνημα:
Ότι το απόγευμα είναι όντως χρυσάφι
Ότι η νύχτα είναι ασφαλώς ή έρημος,
Μια δικαιωμένη, δηλαδή, πίστη
Ότι οι άλλες αιφνίδιες ποιότητες της αυγής
Το κέντρο βάρους ενός σύννεφου, ας πούμε,
Πού πέρασε τόσο γρήγορα πάνω απ` τον καταρράκτη
Χωρίς να μεταμορφωθεί πάλι σε προσδοκία
`Η σε ταπεινή καστανιά είσαι, βέβαια, εσύ
Καθώς μπατάρει ο ουρανός και σκάει το πεύκο
Στα ρέλια του βουνού, ρετσίνι,
Βιβλίο ανοίγει ο καιρός να διαβαστεί ό κόσμος
Δώσε στα μάτια σου, λοιπόν, μνήμη.