V
Εννιά νησιά στην άβυσσο
κι εκείνος π` αγαπούσα.
Τώρα διάττοντες αλιεύω μέσα σ` έρημο
ανασηκώνομαι και πέφτω
καθώς στοιχεία μνημονικά
ανάβουν πυρκαγιές
που να μετρήσω δεν προφταίνω.
Φεγγάρια τρίμερα γίναν τα πρόσωπα
κι ο ασβέστης ο άσβηστος
κάνει εγκαύματα τα τελευταία όνειρα
με τη συνέργεια των δακρύων.
[...]
Κάπου-κάπου κολλώ έναν επίδεσμο ύπνου
κι η φωνή μου κάνει σθεναρή το μνημόσυνο
που θα πεί:
πίστη στην αιωνιότητα
ή του φορτίου συναίσθηση της ζωής.