(. . .) Να μαι στο κατώφλι του πρώτου βιβλίου, του πιο περίπλοκου από τους τρεις τόμους αυτού του έργου. Όχι πως κάθ` ένα από τα κεφάλαιά του δεν μπορεί να φανεί απλό στον αναγνώστη, ωστόσο η περιπλοκή ελλοχεύει στην πολλαπλότητα των επιδιωκόμενων στόχων, στη δύσκολη ανακάλυψη ασυνήθιστων θεμάτων, προορισμένων να ενσωματωθούν σε μια ενοποιημένη ιστορία, στη δυσχερή πράγματι συναρμολόγηση παραϊστορικών θεμάτων - δημογραφία, διατροφή, ενδυμασία, κατοικία, τεχνικές νομίσματα, πόλεις - που συνήθως είναι απομονωμένα τα μεν από τα δε και αναπτύσσονται στο περιθώριο παραδοσιακών εξιστορήσεων. Για ποιο λόγο όμως να τα συνενώσουμε; Ουσιαστικά, για να περιχαρακώσουμε το πεδίο δράσης των προβιομηχανικών οικονομιών και να το συλλάβουμε σε όλο του το βάθος. (. . .) Με το κυνήγι των μικρών επεισοδίων, των ταξιδιωτικών εντυπώσεων, αποκαλύπτεται μία κοινωνία. Ο τρόπος με τον οποίο τρώνε, ντύνονται, στεγάζονται οι άνθρωποι δεν είναι ποτέ χωρίς ενδιαφέρον. Αυτά τα στιγμιότυπα επιβεβαιώνουν επίσης, από τη μια κοινωνία στην άλλη, αντιθέσεις, ανομοιότητες, που δεν είναι όλες επιφανειακές. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]