`Το ρολόι του κάστρου χτύπησε μία και μόνο τότε κατάλαβε πόσο είχε ξεχαστεί. Ξαφνιασμένη απ` αυτήν την προχωρημένη ώρα, σηκώθηκε βιαστικά για να πάει στο δωμάτιό της, μα η ομορφιά της νύχτας την τράβηξε στο παράθυρο. Το άνοιξε και παρατηρώντας το λεπτό παιχνίδισμα του φεγγαριού πάνω στο σκοτεινό δάσος, έσκυψε προς τα έξω για να θαυμάσει ακόμα περισσότερο αυτό το θέαμα. Δεν είχε προλάβει όμως να γείρει στο περβάζι και η ματιά της έπεσε σε μια ασθενική αναλαμπή που τρεμόπαιζε πίσω από ένα παραθυρόφυλλο που βρισκόταν στο ακατοίκητο μέρος του κάστρου. Ένας τρόμος ξαφνικά την κυρίεψε και μόλις κρατήθηκε να μην λιποθυμήσει. Το φως στη στιγμή εξαφανίστηκε και σε λίγο μια σιλουέτα, που κρατούσε μια λάμπα, πρόβαλε από μια σκοτεινή πόρτα που βρισκόταν στο νότιο πύργο. Η φιγούρα προχώρησε στα κλεφτά στο μάκρος του εξωτερικού τοίχου του κάστρου, έστριψε στη νότια γωνία κι αμέσως χάθηκε από τα μάτια. Η Τζούλια, κατάπληκτη και κατατρομαγμένη με ό,τι είχε δεί, όρμησε με όση δύναμη είχε στο διαμέρισμα της Μαντάμ ντε Μενόν και της διηγήθηκε το περιστατικό. Αμέσως ξύπνησαν τους υπηρέτες και ο συναγερμός γενικεύτηκε.`
Η φαντασία επικρατεί πάνω στην πραγματικότητα, το παράξενο πάνω στο κοινότοπο, το υπερφυσικό πάνω στο φυσικό. Σκοπός ο φόβος. Ο παραλυτικός φόβος που κάνει την καρδιά να χτυπάει άτακτα και το σώμα να καταρρέει. Ιδού ο στόχος του γοτθικού μυθιστορήματος. Η Ανν Ράντκλιφ υπήρξε η γνησιότερη εκπρόσωπος του είδους που στη συνέχεια, με την Μαίρη Σέλλεϋ και τον διάσημο Φράνκενστάϊν της, μετεξελίσσεται σιγά-σιγά σε αυτό που σήμερα αποκαλούμε μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας.
Στο μεσουράνημά της έγραψαν γι` αυτήν, πως κανένας συγγραφέας δεν απολάμβανε έναν τόσο γενικό θαυμασμό και δεν διαβαζόταν τόσο παθιασμένα όσο αυτή η νέα γυναίκα. Είναι γνωστό πως ο Μπαλζάκ ήταν φανατικός αναγνώστης της, είχε όλα τα βιβλία της και ίσως επηρεάστηκε και από το ύφος της.
Η Ανν Ράντκλιφ, «ποτέ δεν έκανε δημόσιες εμφανίσεις ούτε και είχε ιδιαίτερες συντροφιές, μα κρατήθηκε μακριά απ` όλα, σαν το γλυκόλαλο πουλί, που χαρίζει το κελάηδημά του αθέατο». Κι όμως αυτό το γλυκόλαλο πουλί διάλεξε να σιωπήσει στο αποκορύφωμα της φήμης του, προλαβαίνοντας ωστόσο να μας αφήσει λίγες μεν, ωστόσο υπέροχες νουβέλες γεμάτες αγωνία, μυστήριο, τρυφερότητα και πάθος.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]