«Αλλά η τιμωρία του άλλου, επειδή είναι άλλος, βασιζόμενη σε μια αφηρημένη ιδεολογία, μας φαινόταν το αποκορύφωμα της αδικίας, της μωρίας και του παραλογισμού... Για κάποιον που δεν πίστευε ούτε πιστεύει, όπως εγώ, αυτή ήταν η ύψιστη αδικία, ασυμβίβαστη με το καθετί και ακατανόητη» Π.Λ.
Για τον Πρίμο Λέβι, η μαρτυρία αποκτά, χάρη στο αυστηρό ύφος και την κατά το δυνατόν αντικειμενικότερη γλώσσα, τη σημασία και τη μορφή μιας κατάθεσης ενώπιον ενός δικαστηρίου -δικαστηρίου της ιστορίας, των συγχρόνων, των επόμενων γενεών: «Εμείς, οι διασωθέντες, είμαστε μάρτυρες, και κάθε μάρτυρας υποχρεούται, και από το νόμο εξάλλου, να δίνει πλήρεις και αληθοφανείς απαντήσεις». Μ` αυτόν τον τρόπο η μαρτυρία αποκτά όλο το νόημά της: ο επιζήσας πρέπει να είναι πιστός, έως και την παραμικρή λεπτομέρεια, στο ρόλο του· πρέπει να είναι μάρτυρας με την πλήρη έννοια του όρου («ένα πρόσωπο ικανό να μαρτυρήσει για ένα γεγονός εν ονόματι μιας άμεσης γνώσης»), οφείλει να μιλήσει μόνο για όσα έχει δει και ζήσει, χωρίς καμία παραχώρηση σε σχέση με ό,τι έχει ακούσει να λένε ή έχει μάθει από τους συντρόφους του. Άμεσος μάρτυρας. Έτσι και μόνον έτσι γίνεται αδύνατο να αμφισβητηθεί η κυριολεκτικά απίστευτη ιστορία του Λάγκερ: ο μάρτυρας δεν μπορεί να αναιρεθεί· μπορεί να απαντήσει: «Ήμουν εκεί και είδα».
Στο λόγο του Λέβι κυριαρχεί η ακριβής επανάληψη θεμάτων ή αναφορών για να κάνει κατανοητό αυτό το «ανείπωτο» γεγονός σε κάποιον που δεν το έχει ζήσει. Σ` αυτό πρέπει να προστεθεί μια εξαιρετική χρήση της γλώσσας, χωρίς καμία προσφυγή στη ρητορεία ή στην ανακρίβεια. Ο συγγραφέας του `Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος` μας προσφέρει ένα παραδειγματικό μάθημα μνήμης και διαύγειας.
Η συζήτηση διεξήχθη το 1983 με δύο ιστορικούς-ερευνητές από το Πιεμόντε, την Άννα Μπράβο και τον Φεντερίκο Σερέγια, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης καταγραφής μαρτυριών για τα στρατόπεδα.
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]