Στο βιβλίο αυτό επιχειρείται μία νέα προσέγγιση του ελληνισμού και μαζί της η ανασυγκρότηση του γνωσιολογικού και μεθοδολογικού υπόβαθρου των κοινωνικών επιστημών.
Η θεμελιώδης υπόθεση ότι ο ελληνισμός αποτελεί, καταρχήν, το ταυτολογικό ισοδύναμο του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος μικρής κλίμακας (της πόλης) ανοίγει διάπλατα το δρόμο σε απαντήσεις σχετικά με τη φύση του, τις τυπολογικές σταθερές και μεταβλητές της ιστορικής του διαδρομής. Το ελληνικό κοσμοσύστημα δεσπόζει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, έως τις παρυφές του 20ού αιώνα.
Η κοσμοσυστημική ανάγνωση του ελληνισμού προβάλλει ως μία αναιρετική πρόταση στις νεοτερικές βεβαιότητες για την ιστορία και, γενικότερα, για τις κοινωνικές επιστήμες. Κεντρικές έννοιες, όπως εκείνες της πολιτικής, της οικονομίας, της εργασίας, του κεφαλαίου, της ιδιοκτησίας, της ταυτότητας, του έθνους, της ελευθερίας, της ισότητας, της δικαιοσύνης, του νόμου, του πολίτη, του κοινωνικού και πολιτικού συστήματος και της τυπολογίας του, του δια-κρατικού ή, ορθότερα, του κρατοκεντρικού περιβάλλοντος, της οικουμένης και της κοσμόπολης, της εξέλιξης και της περιοδολόγησης της ιστορίας και πάμπολλες άλλες, ορίζονται εκ νέου, με γνώμονα τη συγκριτική συνάντηση του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος μεγάλης κλίμακας (του κράτους-έθνους) που βιώνει η εποχή μας με το ελληνικό ανθρωποκεντρικό παράδειγμα, με όρους αναλογίας.
Η συνεξέταση των δύο αυτών ανθρωποκεντρικών παραδειγμάτων εγείρει αναπόφευκτα το ερώτημα της αντιστοιχίας των φάσεων τους. Ο συγγραφέας συμπεραίνει ότι η νεοτερικότητα είναι μία απλώς πρώιμη ανθρωποκεντρικά φάση, εν αντιθέσει με το ομόλογο ελληνικό που αποδίδει ένα ολοκληρωμένο πανόραμα ανθρωποκεντρικής εξέλιξης.